- Γέροντα, ὅταν μιλοῦν κατὰ τῆς Ἐκκλησίας ἢ κατὰ τοῦ Μοναχισμοῦ κ.λπ., τί πρέπει νὰ κάνη κανείς;
-
Κατ' ἀρχάς, ἂν κάποιος μιλάει ἄσχημα λ.χ. γιὰ σένα ὡς ἄτομο, δὲν
πειράζει. Νὰ σκεφθεῖς: «Τὸν Χριστό, ποὺ ἦταν Χριστός, Τὸν ἔβριζαν, καὶ
δὲν μιλοῦσε• ἐμένα ποῦ εἶμαι ἁμαρτωλὸς τί μου ἀξίζει;». Ἂν ἔρχονταν νὰ
βρίσουν ἐμένα ὡς ἄτομο, δὲν θὰ μὲ πείραζε καθόλου. Ἄλλα, ὅταν μὲ βρίζουν
ὡς μοναχό, βρίζουν καὶ ὅλο τὸν θεσμὸ τοῦ Μοναχισμοῦ, γιατί ὡς μοναχὸς
δὲν εἶμαι ἀνεξάρτητος, καὶ πρέπει νὰ μιλήσω. Σὲ τέτοιες περιπτώσεις
πρέπει κανεὶς νὰ τοὺς ἀφήσει λίγο νὰ ξεσπάσουν καὶ ὕστερα νὰ τοὺς πεῖ
δύο κουβέντες.
Κάποτε
στὸ λεωφορεῖο μία γυναίκα ἔβριζε τοὺς παπάδες. Τὴν ἄφησα νὰ ξεσπάσει
καί, ὅταν σταμάτησε, τῆς εἶπα: «Ἔχουμε ἀπαιτήσεις ἀπὸ τοὺς παπάδες, ἄλλα
καὶ αὐτοὺς δὲν τοὺς ἔρριξε ὁ Θεὸς μὲ τὰ ἀλεξίπτωτα. Εἶναι ἄνθρωποι καὶ
ἔχουν ἀνθρώπινες ἀδυναμίες. Μπορεῖς ὅμως νὰ μοῦ πεῖς, μία μητέρα σὰν
ἐσένα βαμμένη, μὲ κάτι νύχια σὰν τὸ γεράκι, τί παιδὶ θὰ γέννηση καὶ πῶς
θὰ τὸ ἀναθρέψει; Καὶ παπὰς καὶ καλόγερος νὰ γίνει, πῶς θὰ εἶναι;».
Θυμᾶμαι,
μία ἄλλη φορᾶ, ὅταν ταξίδευα μὲ τὸ λεωφορεῖο ἀπὸ τὴν Ἀθήνα γιὰ τὰ
Γιάννενα, ἦταν ἕνας ποὺ δὲν σταμάτησε σὲ ὅλο τὸν δρόμο νὰ κατηγορεῖ ἕναν
μητροπολίτη ποὺ εἶχε δημιουργήσει τότε κάτι προβλήματα. Τοῦ εἶπα
κάνα-δυὸ κουβέντες καὶ μετὰ ἔκανα εὐχή. Ἐκεῖνος συνέχιζε. Ὅταν φθάσαμε
στὰ Γιάννενα καὶ κατεβήκαμε, τὸν πῆρα λίγο παράμερα καὶ τοῦ λέω: «Μὲ
γνωρίζεις ποιὸς εἶμαι;». «Ὄχι», μοῦ λέει. «Πῶς τότε κάθεσαι καὶ λὲς
τέτοια πράγματα; Ἐγὼ μπορεῖ νὰ εἶμαι πολὺ χειρότερος ἀπὸ τὸν τάδε ποὺ
βρίζεις, μπορεῖ ὅμως νὰ εἶμαι καὶ ἕνας ἅγιος. Πῶς κάθεσαι ἐσὺ καὶ λὲς
μπροστά μου πράγματα ποὺ δὲν μπορῶ νὰ φανταστῶ ὅτι τὰ κάνουν οὔτε καὶ οἱ
κοσμικοὶ ἄνθρωποι; Κοίταξε νὰ διορθωθεῖς, γιατί θὰ φᾶς σκαμπίλι δυνατὸ
ἀπὸ τὸν Θεὸ - γιὰ τὸ καλό σου φυσικά». Τὸν εἶδα μετά, ἄρχισε νὰ τρέμει.
Ἄλλα καὶ οἱ ἄλλοι κατάλαβαν, ὅπως εἶδα ἀπὸ μία ἀναταραχὴ ποὺ
δημιουργήθηκε.
πηγή:agiosharalabos.