Μιαν
άγνωστη ιστορία, απολύτως πραγματική, για το πώς σώθηκε το σπίτι της
Αγίας Φιλοθέης, στην οδό Αδριανού 96 της Πλάκας, από το γκρέμισμα, μου
διηγήθηκε ο εκ των κληρονόμων της, σπουδαίος άνθρωπος
και άριστος επιστήμονας χημικός, αείμνηστος Αλέξανδρος Λυμπερόπουλος,
καταγόμενος από τη Σμύρνη της Μικράς Ασίας.
Ο κύριος Αλέξανδρος είχε μια θεία άτεκνη, τη Λουλού, όνομα χαϊδευτικό, συνηθισμένο στη Σμύρνη, η οποία πριν την κατοχή είχε δανείσει 500 χρυσές λίρες σε κάποιον κτηματία. Όταν ο δανειστής στη λήξη της προθεσμίας ανέφερε αδυναμία να την εξοφλήσει της έκανε πρόταση ή να δώσει άλλες 200 λίρες για να αγοράσει το σπίτι πάνω στο οποίο είχε εγγράψει υποθήκη, ή να βγει το σπίτι σε πλειστηριασμό, οπότε θα έχανε μέρος του κεφαλαίου της. Ατυχώς για εκείνη, αλλά για το καλό των κληρονόμων της αποφάσισε να το αγοράσει…
Ακολούθησε η κατοχή, οπότε η αξία των ενοικίων πρακτικά μηδενίστηκε. Η θεία η Λουλού μέσα στην κατοχή πέθανε από φυματίωση και κανείς από τους πολυπληθείς κληρονόμους της δεν σκέφθηκε να μαζέψει το μέρος που του έπρεπε από τα μηδαμινά ενοίκια…
Μετά την απελευθέρωση εδέησε να πάει να δει το σπίτι ο θείος του Αλέξανδρου Λυμπερόπουλου, που ονομαζόταν Γιώργος Καρακλής, και γυρίζοντας είπε στους συγκληρονόμους, με φωνή απόγνωσης: "Τα ξέρω όλα!" και στη συνέχεια τους εξήγησε ότι μέσα στο σπίτι είχαν κάνει κατάληψη και κάθονταν τσάμπα δεκαοκτώ οικογένειες, ή και μεμονωμένα άτομα! Για λόγους εφοριακούς και μόνο καθορίστηκε τότε κάποιο ενοίκιο στον καθένα. Το σύνολο των ενοικίων ήταν ασήμαντο και ο μπελάς να συμπληρώνουν οι κληρονόμοι τη σχετική δήλωση για την εφορία φοβερός. Ο Αλ. Λυμπερόπουλος μου είπε χαρακτηριστικά: " Για να τη συμπληρώσω ήθελα μια βδομάδα και τέσσερα φύλλα της εφορίας! Και ξέρεις, μιλάμε για τα 3/32 του ενοικίου, που ήταν ελάχιστο ποσό!". Όλοι τότε οι κληρονόμοι συνεννοήθηκαν να πουλήσουν το σπίτι, χωρίς να ξέρουν την αξία του, ούτε την ιστορία του.
Η προσπάθεια να πουληθεί το σπίτι είχε αρχίσει ενώ ακόμη ζούσε η θεία Λουλού. Ζητούσε αρχικά 1.000 λίρες. Επί δεκαετίες ουδείς ενδιαφέρθηκε!…Η ζητούμενη τιμή πώλησης παρέμενε σταθερή στις 1.000 λίρες, έως το 1955, όταν ήρθε στην Αθήνα, προσκεκλημένος της τότε Κυβέρνησης, ο συγκοινωνιολόγος κ. Smith. Το κυκλοφοριακό της Αθήνας ήταν από τότε προβληματικό και ο αμερικανός επιστήμονας εκπόνησε μελέτη αποσυμφόρησης του Κέντρου, η οποία, για ευνόητους λόγους, παρέμενε μυστική και δεν την γνώριζε κανείς, πλην ελάχιστων προσώπων. Τότε εμφανίστηκε σε άλλον θείο του Αλέξανδρου Λυμπερόπουλου, τον Γιάννη Αρώνη, κάποιο πρόσωπο που με περίεργη επιμονή ενδιαφέρθηκε να αγοράσει το σπίτι. Προφανώς είχε πληροφορηθεί ότι η εν λόγω μελέτη πρότεινε την διαπλάτυνση της οδού Αδριανού και επομένως η αξία του ακινήτου, ως οικοπέδου, θα πολλαπλασιαζόταν… Ο Αρώνης ήταν άνθρωπος της πιάτσας και στην ερώτηση του άγνωστου πόσα ζητάνε οι κληρονόμοι, απάντησε, χωρίς να ξέρει τα περί σχεδίου Σμιτ: "Εσείς τι μας προσφέρετε;…". Μη λέγοντας τιμή ο άγνωστος και επιμένοντας στην ερώτηση του, ο Αρώνης, για να τον ξεφορτωθεί, του είπε ένα τρελό ποσό: "Θέλουμε 10.000 λίρες!". Ο συνομιλητής του διαμαρτυρήθηκε εντόνως, πως η τιμή είναι υπερβολική. Έκανε πως φεύγει και μετά γύρισε και του είπε στο αυτί: " Μπορούμε να πούμε 12.000 και να πάρουμε 1.000 εσείς και 1.000 εγώ στο πλάϊ"…. Ο Αρώνης εξεπλάγη ευχάριστα, αλλά δεν το έδειξε, όσον δε αφορά το …μπόνους, το "μαρτύρησε" στους συγκληρονόμους… Η υπόθεση δεν είχε συνέχεια. Τότε οι συγκληρονόμοι, για να απαλλαγούν από τον μπελά των ενοικιαστών, της εφορίας και των πενιχρών ενοικίων, αποφάσισαν να κατεδαφιστεί το σπίτι, και να το πουλήσουν ως οικόπεδο….
Για να χαρακτηριστεί το σπίτι κατεδαφιστέο χρειαζόταν από πολιτικούς μηχανικούς μια διαδικασία και κάλεσαν δύο να το δουν. Ο ένας λεγόταν Κώστα Βρεττός, ο οποίος, μετά από δική του έρευνα, τους αποκάλυψε ότι το ερείπιο αυτό που ήθελαν να γκρεμίσουν ήταν το μέγαρο της παλιάς οικογένειας των Αθηνών Μπενιζέλου, ότι σ' αυτό το σπίτι γεννήθηκε και μεγάλωσε η Οσία Φιλοθέη και ότι είναι κτισμένο πριν από το 1550! Αποκαλύφθηκε ακόμη ότι εκεί ήταν το πρώτο Κακουργιοδικείο της ελεύθερης Ελλάδος. Οι τοίχοι του σπιτιού είναι από ογκολίθους πάχους ενός μέτρου! Στον μαντρότοιχο, που περικλείει τις 1430 πήχες του οικοπέδου είναι ενσωματωμένα κομμάτια μαρμάρου, που έπεσαν στην περιοχή μετά τον βομβαρδισμό της Ακρόπολης από τον Μοροζίνι! Τέλος ο Βρεττός τους είπε ότι πρέπει να είναι ίσως το παλαιότερο σωζόμενο σπίτι της Αθήνας από την τουρκοκρατία!…
Οι συγκληρονόμοι κατάλαβαν ότι δεν μπορεί το οίκημα να κατεδαφιστεί και ότι πρέπει να δεχτούν "τη σκληρή γι' αυτούς πραγματικότητα". Κι ενώ ήσαν απογοητευμένοι εμφανίστηκε το Κράτος που σωστά κήρυξε το σπίτι "διατηρητέο μνημείο και απαλλοτριωτέο" και τους προσέφερε ικανοποιητικό τίμημα για να το αποκτήσει. Ο χαρακτηρισμός ήταν χρήσιμος για τη σωτηρία του σπιτιού της Αγίας Φιλοθέης, γιατί ακύρωσε την προϋπάρχουσα ρυμοτόμηση, που θέλοντας να δώσει διέξοδο στην από πάνω ευρισκόμενη οδό Πρυτανείου προς την Αδριανού, άφηνε στους συγκληρονόμους προς "αξιοποίηση" μόνο δύο μικρά - μη οικοδομήσιμα - οικοπεδικά τριγωνάκια στις άκρες. Έτσι από την μία πλευρά σώθηκε το σπίτι της Αγίας Φιλοθέης και χάρη στην επιμονή του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου αποκαθίσταται, και από την άλλη ο κύριος Αλέξανδρος Λυμπερόπουλος και οι συγκληρονόμοι του πήραν κάποια χρήματα, που, μπρος στο τίποτα, τους φάνηκαν ικανοποιητικά.-
Ο κύριος Αλέξανδρος είχε μια θεία άτεκνη, τη Λουλού, όνομα χαϊδευτικό, συνηθισμένο στη Σμύρνη, η οποία πριν την κατοχή είχε δανείσει 500 χρυσές λίρες σε κάποιον κτηματία. Όταν ο δανειστής στη λήξη της προθεσμίας ανέφερε αδυναμία να την εξοφλήσει της έκανε πρόταση ή να δώσει άλλες 200 λίρες για να αγοράσει το σπίτι πάνω στο οποίο είχε εγγράψει υποθήκη, ή να βγει το σπίτι σε πλειστηριασμό, οπότε θα έχανε μέρος του κεφαλαίου της. Ατυχώς για εκείνη, αλλά για το καλό των κληρονόμων της αποφάσισε να το αγοράσει…
Ακολούθησε η κατοχή, οπότε η αξία των ενοικίων πρακτικά μηδενίστηκε. Η θεία η Λουλού μέσα στην κατοχή πέθανε από φυματίωση και κανείς από τους πολυπληθείς κληρονόμους της δεν σκέφθηκε να μαζέψει το μέρος που του έπρεπε από τα μηδαμινά ενοίκια…
Μετά την απελευθέρωση εδέησε να πάει να δει το σπίτι ο θείος του Αλέξανδρου Λυμπερόπουλου, που ονομαζόταν Γιώργος Καρακλής, και γυρίζοντας είπε στους συγκληρονόμους, με φωνή απόγνωσης: "Τα ξέρω όλα!" και στη συνέχεια τους εξήγησε ότι μέσα στο σπίτι είχαν κάνει κατάληψη και κάθονταν τσάμπα δεκαοκτώ οικογένειες, ή και μεμονωμένα άτομα! Για λόγους εφοριακούς και μόνο καθορίστηκε τότε κάποιο ενοίκιο στον καθένα. Το σύνολο των ενοικίων ήταν ασήμαντο και ο μπελάς να συμπληρώνουν οι κληρονόμοι τη σχετική δήλωση για την εφορία φοβερός. Ο Αλ. Λυμπερόπουλος μου είπε χαρακτηριστικά: " Για να τη συμπληρώσω ήθελα μια βδομάδα και τέσσερα φύλλα της εφορίας! Και ξέρεις, μιλάμε για τα 3/32 του ενοικίου, που ήταν ελάχιστο ποσό!". Όλοι τότε οι κληρονόμοι συνεννοήθηκαν να πουλήσουν το σπίτι, χωρίς να ξέρουν την αξία του, ούτε την ιστορία του.
Η προσπάθεια να πουληθεί το σπίτι είχε αρχίσει ενώ ακόμη ζούσε η θεία Λουλού. Ζητούσε αρχικά 1.000 λίρες. Επί δεκαετίες ουδείς ενδιαφέρθηκε!…Η ζητούμενη τιμή πώλησης παρέμενε σταθερή στις 1.000 λίρες, έως το 1955, όταν ήρθε στην Αθήνα, προσκεκλημένος της τότε Κυβέρνησης, ο συγκοινωνιολόγος κ. Smith. Το κυκλοφοριακό της Αθήνας ήταν από τότε προβληματικό και ο αμερικανός επιστήμονας εκπόνησε μελέτη αποσυμφόρησης του Κέντρου, η οποία, για ευνόητους λόγους, παρέμενε μυστική και δεν την γνώριζε κανείς, πλην ελάχιστων προσώπων. Τότε εμφανίστηκε σε άλλον θείο του Αλέξανδρου Λυμπερόπουλου, τον Γιάννη Αρώνη, κάποιο πρόσωπο που με περίεργη επιμονή ενδιαφέρθηκε να αγοράσει το σπίτι. Προφανώς είχε πληροφορηθεί ότι η εν λόγω μελέτη πρότεινε την διαπλάτυνση της οδού Αδριανού και επομένως η αξία του ακινήτου, ως οικοπέδου, θα πολλαπλασιαζόταν… Ο Αρώνης ήταν άνθρωπος της πιάτσας και στην ερώτηση του άγνωστου πόσα ζητάνε οι κληρονόμοι, απάντησε, χωρίς να ξέρει τα περί σχεδίου Σμιτ: "Εσείς τι μας προσφέρετε;…". Μη λέγοντας τιμή ο άγνωστος και επιμένοντας στην ερώτηση του, ο Αρώνης, για να τον ξεφορτωθεί, του είπε ένα τρελό ποσό: "Θέλουμε 10.000 λίρες!". Ο συνομιλητής του διαμαρτυρήθηκε εντόνως, πως η τιμή είναι υπερβολική. Έκανε πως φεύγει και μετά γύρισε και του είπε στο αυτί: " Μπορούμε να πούμε 12.000 και να πάρουμε 1.000 εσείς και 1.000 εγώ στο πλάϊ"…. Ο Αρώνης εξεπλάγη ευχάριστα, αλλά δεν το έδειξε, όσον δε αφορά το …μπόνους, το "μαρτύρησε" στους συγκληρονόμους… Η υπόθεση δεν είχε συνέχεια. Τότε οι συγκληρονόμοι, για να απαλλαγούν από τον μπελά των ενοικιαστών, της εφορίας και των πενιχρών ενοικίων, αποφάσισαν να κατεδαφιστεί το σπίτι, και να το πουλήσουν ως οικόπεδο….
Για να χαρακτηριστεί το σπίτι κατεδαφιστέο χρειαζόταν από πολιτικούς μηχανικούς μια διαδικασία και κάλεσαν δύο να το δουν. Ο ένας λεγόταν Κώστα Βρεττός, ο οποίος, μετά από δική του έρευνα, τους αποκάλυψε ότι το ερείπιο αυτό που ήθελαν να γκρεμίσουν ήταν το μέγαρο της παλιάς οικογένειας των Αθηνών Μπενιζέλου, ότι σ' αυτό το σπίτι γεννήθηκε και μεγάλωσε η Οσία Φιλοθέη και ότι είναι κτισμένο πριν από το 1550! Αποκαλύφθηκε ακόμη ότι εκεί ήταν το πρώτο Κακουργιοδικείο της ελεύθερης Ελλάδος. Οι τοίχοι του σπιτιού είναι από ογκολίθους πάχους ενός μέτρου! Στον μαντρότοιχο, που περικλείει τις 1430 πήχες του οικοπέδου είναι ενσωματωμένα κομμάτια μαρμάρου, που έπεσαν στην περιοχή μετά τον βομβαρδισμό της Ακρόπολης από τον Μοροζίνι! Τέλος ο Βρεττός τους είπε ότι πρέπει να είναι ίσως το παλαιότερο σωζόμενο σπίτι της Αθήνας από την τουρκοκρατία!…
Οι συγκληρονόμοι κατάλαβαν ότι δεν μπορεί το οίκημα να κατεδαφιστεί και ότι πρέπει να δεχτούν "τη σκληρή γι' αυτούς πραγματικότητα". Κι ενώ ήσαν απογοητευμένοι εμφανίστηκε το Κράτος που σωστά κήρυξε το σπίτι "διατηρητέο μνημείο και απαλλοτριωτέο" και τους προσέφερε ικανοποιητικό τίμημα για να το αποκτήσει. Ο χαρακτηρισμός ήταν χρήσιμος για τη σωτηρία του σπιτιού της Αγίας Φιλοθέης, γιατί ακύρωσε την προϋπάρχουσα ρυμοτόμηση, που θέλοντας να δώσει διέξοδο στην από πάνω ευρισκόμενη οδό Πρυτανείου προς την Αδριανού, άφηνε στους συγκληρονόμους προς "αξιοποίηση" μόνο δύο μικρά - μη οικοδομήσιμα - οικοπεδικά τριγωνάκια στις άκρες. Έτσι από την μία πλευρά σώθηκε το σπίτι της Αγίας Φιλοθέης και χάρη στην επιμονή του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου αποκαθίσταται, και από την άλλη ο κύριος Αλέξανδρος Λυμπερόπουλος και οι συγκληρονόμοι του πήραν κάποια χρήματα, που, μπρος στο τίποτα, τους φάνηκαν ικανοποιητικά.-