Από τον Μάρτιο του 1967 η Γερμανία είχε παραδεχτεί πως η Ελλάδα δεν παραιτήθηκε ποτέ από τις κατοχικές αποζημιώσεις.
Νέα στοιχεία για τις ελληνικές αξιώσεις και τις γερμανικές αποζημιώσεις έρχονται στο φως της δημοσιότητας.
Μπορεί η Γερμανία να θεωρεί πως δεν τίθεται θέμα κατοχικών αποζημιώσεων γιατί η Ελλάδα έχει παραιτηθεί, αλλά γερμανικό έγγραφο που δημοσιεύει η εφημερίδα Το Βήμα της Κυριακής, αποκαλύπτει την αλήθεια....
Η Ελλάδα ποτέ δεν παραιτήθηκε από τις διεκδικήσεις της κατά της Γερμανίας για τα ζητήματα του κατοχικού αναγκαστικού δανείου, καθώς και των πολεμικών, ιδιωτικών και δημοσίων, αποζημιώσεων.
Το έγγραφο εστάλη από την πρεσβεία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών στις 31Μαρτίου του 1967.
Είναι η απάντηση σε ρηματική διακοίνωση της Αθήνας προς τη Βόννη στις 9 Νοεμβρίου του 1966.
Στο έγγραφο ντοκουμέντο αναφέρονται ρητά οι αξιώσεις της Τράπεζας της Ελλάδος από «χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις» την περίοδο της Κατοχής, αλλά την ίδια στιγμή συνδέει και αυτές τις αξιώσεις με εκείνες των αποζημιώσεων βάσει της Συμφωνίας του Λονδίνου. Και τονίζεται ρητά ότι ουδέποτε υπήρξε τέτοια ελληνική παραίτηση.
Σύμφωνα με το έγγραφο, η γερμανική πρεσβεία στην Αθήνα αναφέρει με τη ρηματική διακοίνωσή της (verbal note) με αριθμό πρωτοκόλλου Νο. 68/67 και ημερομηνία 31 Μαρτίου 1967 προς το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
«Κατά τη διάρκεια ανταλλαγής ιδεών μεταξύ της εξοχότητος του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών και του ομοσπονδιακού υπουργού Εξωτερικών δρος Γκέρχαρντ Σρέντερ που έλαβε χώρα στην Αθήνα τη 15η Οκτωβρίου 1966, η ελληνική πλευρά, μεταξύ άλλων, ήγειρε το ζήτημα των αξιώσεων τις οποίες η Τράπεζα της Ελλάδος ισχυρίζεται ότι έχει εναντίον της Γερμανίας και οι οποίες προέρχονται από ορισμένες χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις που διενεργήθηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής της Ελλάδας τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σε αυτό το πλαίσιο ο υπουργός Σρέντερ ανέφερε τις επιστολές του διευθυντή του ομοσπονδιακού υπουργείου των Οικονομικών Ράινχαρντ της 30ης Σεπτεμβρίου 1964 στον πρώην πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου και του διευθυντή του ίδιου υπουργείου δρος Κάιζερ της 26ης Μαρτίου 1965 στον βουλευτή-καθηγητή Α. Παπανδρέου.
Σε αυτές τις επιστολές γίνεται αναφορά σε δηλώσεις που έγιναν από αντιπροσώπους της ελληνικής κυβέρνησης το 1958 με την ευκαιρία της ολοκλήρωσης της συμφωνίας μεταξύ της γερμανικής κυβέρνησης και της Ελλάδας που αφορά τη χορήγηση πίστωσης 200 εκατ. μάρκων (...).
«Οι δηλώσεις των Ελλήνων αντιπροσώπων ήταν της φύσεως που επέτρεψε στη γερμανική πλευρά την ερμηνεία ότι πιθανές ελληνικές αξιώσεις προερχόμενες από την εποχή της γερμανικής κατοχής δεν θα ακολουθούνταν ενόψει της συμφωνηθείσας γερμανικής οικονομικής βοήθειας.
Ωστόσο, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ουδέποτε θεώρησε ότι με δηλώσεις αυτού του είδους, τότε ή σε μεταγενέστερες περιπτώσεις, η ελληνική κυβέρνηση είχε την πρόθεση να παραιτηθεί επισήμως από τις νόμιμες θεμελιωμένες αξιώσεις που πιστεύει ότι έχει από την εποχή της κατοχής κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πόλεμου. (...)
«Μπορεί να αναφερθεί ότι η απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης να χορηγήσει την πίστωση 200 εκατ. μάρκων είχε ως κίνητρό της τις φιλικές σχέσεις μεταξύ της Γερμανίας και της Ελλάδας και την επιθυμία να βοηθήσει την Ελλάδα, ανεξάρτητα από τη νομική κατάσταση η οποία έχει δημιουργηθεί από την παραπάνω συμφωνία».
Νέα στοιχεία για τις ελληνικές αξιώσεις και τις γερμανικές αποζημιώσεις έρχονται στο φως της δημοσιότητας.
Μπορεί η Γερμανία να θεωρεί πως δεν τίθεται θέμα κατοχικών αποζημιώσεων γιατί η Ελλάδα έχει παραιτηθεί, αλλά γερμανικό έγγραφο που δημοσιεύει η εφημερίδα Το Βήμα της Κυριακής, αποκαλύπτει την αλήθεια....
Η Ελλάδα ποτέ δεν παραιτήθηκε από τις διεκδικήσεις της κατά της Γερμανίας για τα ζητήματα του κατοχικού αναγκαστικού δανείου, καθώς και των πολεμικών, ιδιωτικών και δημοσίων, αποζημιώσεων.
Το έγγραφο εστάλη από την πρεσβεία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών στις 31Μαρτίου του 1967.
Είναι η απάντηση σε ρηματική διακοίνωση της Αθήνας προς τη Βόννη στις 9 Νοεμβρίου του 1966.
Στο έγγραφο ντοκουμέντο αναφέρονται ρητά οι αξιώσεις της Τράπεζας της Ελλάδος από «χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις» την περίοδο της Κατοχής, αλλά την ίδια στιγμή συνδέει και αυτές τις αξιώσεις με εκείνες των αποζημιώσεων βάσει της Συμφωνίας του Λονδίνου. Και τονίζεται ρητά ότι ουδέποτε υπήρξε τέτοια ελληνική παραίτηση.
Σύμφωνα με το έγγραφο, η γερμανική πρεσβεία στην Αθήνα αναφέρει με τη ρηματική διακοίνωσή της (verbal note) με αριθμό πρωτοκόλλου Νο. 68/67 και ημερομηνία 31 Μαρτίου 1967 προς το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
«Κατά τη διάρκεια ανταλλαγής ιδεών μεταξύ της εξοχότητος του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών και του ομοσπονδιακού υπουργού Εξωτερικών δρος Γκέρχαρντ Σρέντερ που έλαβε χώρα στην Αθήνα τη 15η Οκτωβρίου 1966, η ελληνική πλευρά, μεταξύ άλλων, ήγειρε το ζήτημα των αξιώσεων τις οποίες η Τράπεζα της Ελλάδος ισχυρίζεται ότι έχει εναντίον της Γερμανίας και οι οποίες προέρχονται από ορισμένες χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις που διενεργήθηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής της Ελλάδας τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σε αυτό το πλαίσιο ο υπουργός Σρέντερ ανέφερε τις επιστολές του διευθυντή του ομοσπονδιακού υπουργείου των Οικονομικών Ράινχαρντ της 30ης Σεπτεμβρίου 1964 στον πρώην πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου και του διευθυντή του ίδιου υπουργείου δρος Κάιζερ της 26ης Μαρτίου 1965 στον βουλευτή-καθηγητή Α. Παπανδρέου.
Σε αυτές τις επιστολές γίνεται αναφορά σε δηλώσεις που έγιναν από αντιπροσώπους της ελληνικής κυβέρνησης το 1958 με την ευκαιρία της ολοκλήρωσης της συμφωνίας μεταξύ της γερμανικής κυβέρνησης και της Ελλάδας που αφορά τη χορήγηση πίστωσης 200 εκατ. μάρκων (...).
«Οι δηλώσεις των Ελλήνων αντιπροσώπων ήταν της φύσεως που επέτρεψε στη γερμανική πλευρά την ερμηνεία ότι πιθανές ελληνικές αξιώσεις προερχόμενες από την εποχή της γερμανικής κατοχής δεν θα ακολουθούνταν ενόψει της συμφωνηθείσας γερμανικής οικονομικής βοήθειας.
Ωστόσο, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ουδέποτε θεώρησε ότι με δηλώσεις αυτού του είδους, τότε ή σε μεταγενέστερες περιπτώσεις, η ελληνική κυβέρνηση είχε την πρόθεση να παραιτηθεί επισήμως από τις νόμιμες θεμελιωμένες αξιώσεις που πιστεύει ότι έχει από την εποχή της κατοχής κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πόλεμου. (...)
«Μπορεί να αναφερθεί ότι η απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης να χορηγήσει την πίστωση 200 εκατ. μάρκων είχε ως κίνητρό της τις φιλικές σχέσεις μεταξύ της Γερμανίας και της Ελλάδας και την επιθυμία να βοηθήσει την Ελλάδα, ανεξάρτητα από τη νομική κατάσταση η οποία έχει δημιουργηθεί από την παραπάνω συμφωνία».
Πηγή: Βήμα της Κυριακής
πηγή ellinilatris.