Άγιος Άνθιμος της Χίου (15 Φεβρουαρίου)
Ο Άγιος Άνθιμος, κατά κόσμον Αργύριος Κ.
Βαγιάνος, γεννήθηκε στα Λειβάδια της Χίου, την 1η Ιουλίου του 1869 από
ευσεβείς γονείς τον Κωνσταντίνο και την Αγγεριώ (Αργυρώ). Από πολύ
μικρή ηλικία αξιώθηκε της Θείας Χάριτος. Η Υπεραγία Θεοτόκος σκέπαζε με
βασιλική πορφύρα το μικρό βρέφος και γύρω του υπήρχε θείο φως, όπως
μαρτυρεί ο μεγαλύτερος αδελφός του.....
Ο Αργύριος καταγόμενος από φτωχή οικογένεια φοίτησε μόνο στο δημοτικό σχολείο. Έμαθε την τέχνη του υποδηματοποιού για βιοποριστικούς λόγους την οποία εξάσκησε αργότερα ως δόκιμος μοναχός.
Ο Αργύριος καταγόμενος από φτωχή οικογένεια φοίτησε μόνο στο δημοτικό σχολείο. Έμαθε την τέχνη του υποδηματοποιού για βιοποριστικούς λόγους την οποία εξάσκησε αργότερα ως δόκιμος μοναχός.
Από μικρός προσευχόταν και νήστευε.
Έφηβος συνδέθηκε με κάποιο μοναχό ονόματι Παχώμιο, ο οποίος ήταν
ιδρυτής της Ιεράς Μονής του Αγίου Κωνσταντίνου και της Σκήτης των Αγίων
Πατέρων που βρίσκονταν στο Προβάτειο Όρος και ο οποίος υπήρξε και
Γέροντας του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως. Τη Σκήτη επισκέφθηκε για να
επισκευάσει την ιδιόκτητη εικόνα της Παναγίας με την οποία συνέδεσε
ολόκληρη τη ζωή του. Η γνωριμία αυτή ήταν αφορμή να πάρει την μεγάλη
απόφαση να γίνει μοναχός. Ο π. Παχώμιος τον καθοδήγησε να επιδοθεί σε
πνευματικούς αγώνες (νηστείες, αγρυπνίες και προσευχές) μέσα σε
περιβάλλον ησυχίας σ’ ένα υπόγειο δωμάτιο στο πατρικό του σπίτι.
Πρόσφερε το φαγητό του στους φτωχούς και ο ίδιος έμενε νηστικός για
πολύ καιρό.
Ο Παχώμιος, τον έκειρε μικρόσχημο
μοναχό, στην ηλικία των 20 μόλις ετών μετονομάζοντάς τον Άνθιμο. Υπήρξε
παράδειγμα ταπεινοφροσύνης και υπακοής. Ο Παχώμιος, έλεγε ότι ο Άνθιμος
σαν αρχάριος είναι τέλειος μοναχός, και τόνιζε ότι κάποια μέρα θα γίνει
Μεγάλος Πατέρας.
Γεμάτος ενθουσιασμό ο νεαρός μοναχός,
θέλοντας να προσφέρει όσο το δυνατόν περισσότερα στην ανέγερση της
γυναικείας Μονής του Αγ. Κωνσταντίνου και εξαντλημένος από τους
ασκητικούς αγώνες του, αρρώστησε. Ο Γέροντας Παχώμιος τον παρακίνησε και
έδωσε ευλογία στον Άνθιμο να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι μέχρι την
ανάρρωσή του, κοντά στους γέροντες γονείς του. Ζήτησε την άδεια του
Γέροντά του για να χτίσει ένα μικρό κελλί, σε μια γωνιά των πατρικών του
κτημάτων όπου και εκεί θα ησύχαζε. Εργαζόταν ως υποδηματοποιός την
ημέρα για να βοηθά τους γονείς του και να ελεεί τους φτωχούς, και την
νύκτα προσευχόταν αδιάκοπα.
Με ατελείωτους ασκητικούς αγώνες, με
νηστεία και προσευχή, αντιστάθηκε στις δοκιμασίες που τον υπέβαλε ο
διάβολος και δέχθηκε τις θεϊκές αντιλήψεις ανεβαίνοντας καθημερινά τη
σκάλα των αρετών και της αγιότητας. Σε ηλικία 40 ετών, το έτος 1909
έγινε μεγαλόσχημος μοναχός από τον διάδοχο του Γέροντα Παχώμιου στην
ηγουμενία Ιερομόναχου Ανδρόνικου, ο οποίος γνώριζε πολύ καλά την πορεία
του Άνθιμου. Το ασκητήριό του είχε γίνει πόλος έλξεως των πιστών,
πολλοί από τους οποίους τον προέτρεπαν να γίνει ιερέας. Ο Άνθιμος όμως
δεν γνώριζε πολλά γράμματα και αγνοούσε την γλώσσα της Εκκλησίας, δηλαδή
του Ευαγγελίου και των Λειτουργικών κειμένων. Ο ανάδοχός του προύχοντας
Στέφανος Διοματάρης στο Αδραμύττιο της Σμύρνης τον κάλεσε το 1910 και
ανέλαβε να τον βοηθήσει να μάθει γράμματα για να μπορεί να διαβάζει το
Ευαγγέλιο.
Μετά από προετοιμασία αρκετών μηνών με
εντολή του Μητροπολίτη Εφέσου χειροτονήθηκε στην Σμύρνη ιερέας, από τον
βοηθό Επίσκοπο Δηλανά. Κατά τη χειροτονία του έγιναν θεοσημείες με
φυσικά φαινόμενα (σεισμός, αστραπές, βροντές, κατακλυσμιαία βροχή) που
έδειξαν τη θεία συγκατάθεση. Την κοσμοχαλασιά διαδέχθηκε σιωπηλή γαλήνη
ενώ ο Άνθιμος έκλαιγε. Κατά την παραμονή του στο Αδραμύττιο θεράπευσε
ένα δαιμονισμένο προκαλώντας την αντιζηλία των συλλειτουργών του. Για να
αποφύγει το φθόνο το 1911 αναχώρησε για το Άγιο Όρος. Οι Αγιορείτες
μοναχοί εκδήλωναν τον σεβασμό και την αγάπη τους για την αρετή του και
τον γέμισαν με δώρα. Πνευματικά πλούσιος και γεμάτος αγάπη ο Άγιος, θα
επιστρέψει στην γενέτειρά του, την Χίο, όπου τοποθετήθηκε εφημέριος στο
Λεπροκομείο.
Οι λεπροί βρήκαν τον πιο στοργικό πατέρα
στο πρόσωπό του. Ή λειτουργία του ιδρύματος βασιζόταν στο κοινοβιακό
σύστημα και όλα τα φρόντιζε ο ίδιος. Με στοργή και αγάπη αγκάλιασε όλους
τους αρρώστους, μάλιστα πάρα πολλοί ασθενείς ενδύθηκαν το μοναχικό
σχήμα. Ειδικά οι περισσότερες γυναίκες ασθενείς του Λεπροκομείου, έγιναν
μοναχές, οι οποίες τώρα πια τον αποκαλούσαν Γέροντά τους. Η Υπεραγία
Θεοτόκος συμπαραστεκόταν στον Άνθιμο και έτρεχε αρωγός στην δύσκολη πάλη
του με τον ανθρώπινο πόνο. Η θαυματουργή δύναμη της Παναγίας της
Υπακοής, με την προσευχή και την μεσιτεία του Γέροντα Άνθιμου επιτέλεσε
αναρίθμητα θαύματα.
Ο Άνθιμος γνώριζε, ότι τα Μοναστήρια
αποτελούν την καρδιά της Ορθοδοξίας, και είχε οραματισθεί την ίδρυση
μιας γυναικείας Μονής. Όταν μοναχές που εκδιώχθηκαν από τις Μονές τους
από την Μ. Ασία ήλθαν στην Χίο, κατέφυγαν κοντά του για την προστασία
τους. Τότε δημιουργεί τον Παρθενώνα της Παναγίας της Βοήθειας Χίου. Την
Ιερή Εικόνα της Παναγίας της Βοήθειας πήρε στα χέρια του σαν μια
ανεκτίμητη κληρονομιά από την μακαρίτισσα την μητέρα του, η οποία την
είχε πάρει διαδοχικά από την γιαγιά της. Την Παναγία επικαλούνταν ο
Άνθιμος και στην Παναγία κατάφευγε. Στις 30 Μαρτίου του 1930 η
θαυματουργή Εικόνα Παναγία η Βοήθεια μεταφέρθηκε με κατανυκτική τελετή,
από το ασκητήριο του Αγίου στο νεόδμητο βυζαντινό ναό της Μονής.
Όμως ο χρόνος βαρύς, συσσωρεύθηκε πάνω
του. Η μακροχρόνια αρρώστια του στομάχου έφτασε πια στο απροχώρητο. Οι
δυνάμεις του σταδιακά τον εγκατέλειπαν. Στις 27 Ιανουαρίου του 1960,
για τελευταία φορά κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων. Στις 15
Φεβρουαρίου του 1960, πριν ο ήλιος ανατείλει, ο Άγιος Άνθιμος παρέδωσε
το πνεύμα του στα χέρια του Θεού, σε ηλικία 91 χρόνων. Κοιμήθηκε τον
τίμιο και γαλήνιο ύπνο του δικαίου.
πηγή: pemptousia.