Πέμπτη 6 Απριλίου 2017

Το πρωτόγνωρο ταξίδι του κόσμου - Σάββας Ηλιάδης

(Μια αλληγορική προσέγγιση)
     Ο σημερινός κόσμος, στοιβαγμένος πάνω σ` ένα τρένο υπερηχητικό, ειδικά διαμορφωμένο για «κυνηγούς χιμαιρών», ταξιδεύει. Ένα τρένο, που τρέχει μονότονα με προορισμό κάποιον μακρινό και άγνωστο τόπο. Αυτόν τον κόσμο τον ανέβασαν πάνω στο τρένο κάποιοι, που τον αγάπησαν υπερβολικά. Τον κατέγραψαν λεπτομερώς  και εξάπαντος ηλεκτρονικώς, για την ασφάλειά του, στους καταλόγους του επιβατικού κοινού και τον οδηγούν - άκοντα εκόντα - σε έναν άλλον πλανήτη, σε μια άλλη ζωή, σε μια άλλη πραγματικότητα. Σε έναν παράδεισο, που δεν τον ανακάλυψε μέχρι τώρα, που δε στάθηκε ικανός να τον αναζητήσει και επιθυμούν να του τον προσφέρουν αυτοί με όλα του τα κάλλη. Κάποιοι κάτι κρυφάκουσαν. Το μέρος το λένε παγκοσμιοπαιδότοπο, παγκοσμιοϊσότοπο  ή κάπως έτσι.

     Επιβάτες όλων των αποχρώσεων, από όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Όλοι μαζί, αλλά κι ο καθένας μόνος. Όλοι ίδιοι κι όλοι διαφορετικοί.  Ταξιδεύουν χωρίς να ξέρουν τι γίνεται ακριβώς - εξάλλου, δεν είναι και ανάγκη – εκτός από μερικούς, οι οποίοι και αποτελούν το υπαλληλικό προσωπικό του συρμού. Αυτοί ξεχωρίζουν από την όλη παρουσία τους. Έχουν τον αέρα του άλλου ανθρώπου. Αυτού, που ποτέ άλλοτε δεν εμφανίστηκε στη γη και τώρα τους έφερε ο καιρός, να γίνουν οι μεγάλοι δάσκαλοι και σωτήρες του κόσμου και οι νέοι αναμορφωτές της ροής της ιστορίας του. Αυτοί είναι οι φανεροί. Βγαίνουν από τις καμπίνες τους και κυκλοφορούν ανάμεσα στους επιβάτες. Τα μεγάλα αφεντικά τους δεν εμφανίζονται. Παραμένουν κρυμμένα και μακριά από το κοινό. Δουλεύουν μέρα νύχτα, κλεισμένοι στο επιχειρησιακό βαγόνι, για το όνειρο των επιβατών.
     Μπαίνουμε στο πρώτο βαγόνι. Τα μεγάφωνα του τρένου δεν σταματούν να ενημερώνουν και να βεβαιώνουν με φοβερή πειστικότητα για την ανάγκη αυτού του ταξιδιού:
     «Αιώνες τώρα ζούσες, κόσμε, στη φυλακή της φύσης σου και της κατά παράδοση άτολμης και περιορισμένης λογικής σου. Χωρίς φαντασία, χωρίς όνειρα. Δεν ήξερες όμως πως ήσουν φυλακισμένος. Πως η ίδια η φύση σου σε καταδίκασε να ακολουθείς αναγκαστικά το θέλημά της. Δεν κατάλαβες, πως βρέθηκαν ανάμεσά σου κατά καιρούς δικά σου αχάριστα παιδιά και σου δίδαξαν να αγωνίζεσαι, για να μην αποκλίνεις από κάποιες λεγόμενες «αρχές» και «πρότυπα». Σε συμβούλευαν και σε καθοδηγούσαν τάχα, να πορεύεσαι με φιλότιμο στο δρόμο της αρετής, της ηθικής, της αξιοπρέπειας, των υψηλών ιδανικών, που η συνείδηση τάχα επιβάλλει. Δεν κατάλαβες πως σε είχαν υποχείριό τους και σε εκμεταλλεύονταν. Δεν αντιλήφθηκες τόσον καιρό, πως δεν κατάφερες, παρά τις προσπάθειές σου, τίποτε σημαντικό. Διότι πάντα καλλιεργούσαν την έχθρα και τη διχόνοια ανάμεσα στα παιδιά σου, με τους περιορισμούς και τις απαγορεύσεις, που επέβαλλαν με τα λεγόμενα συστήματά τους: ιδεολογικά, θρησκευτικά, κοινωνικά, πολιτικά, φιλοσοφικά.
     Εμείς θα σε πάμε στην αληθινή ελευθερία, να γευθείς απόλυτα τη χαρά της ζωής, την απόλαυση της άδολης αγάπης, όπως θα την διαλέξεις μόνος σου, χωρίς παρεμβάσεις, χωρίς όρια, χωρίς καμιά αναστολή. Μέχρις εσχάτων! Διότι είσαι το αφεντικό του εαυτού σου και έχεις δικαίωμα να τον κάνεις ό,τι θέλεις, να τον προσδιορίζεις όπως θέλεις, χωρίς αναστολές, να πιστεύεις ό,τι κι όπου θέλεις, χωρίς να δίνεις λογαριασμό σε κανέναν. Να πετάξεις μια για πάντα από πάνω σου το συμπλεγματικό μανδύα της υποκρισίας και να κάνεις αυτό που θέλεις. Να γίνεις απέραντος, ανυπότακτος, ατελείωτος, ανεξάρτητος, υπέρθεος. Να γίνεις τα πάντα».
     Τέτοια και άλλα παρόμοια φωνάζουν και επαναλαμβάνουν ασταμάτητα.
   Κάποιοι, θερμόαιμοι, ξυπνούν ασυναίσθητα, ενοχλημένοι μάλλον από την ένταση του ήχου. Σηκώνονται απάνω να διαμαρτυρηθούν. Δεν προλαβαίνουν όμως. Τους καταγγέλλουν οι υπάλληλοι. Από τα μεγάφωνα ακούγονται κατηγόριες βαριές. Είναι αντιδημαρχιακοί, φακίστες, τσαριστές, ωμοφαγικοί, τρενοφοβικοί, αφιλοτετράποδοι, ετερόφιλλοι και κάτι τέτοια. Όλοι ακούν και κοιτάζουν… Τίποτε άλλο… Και συμμαζεύονται στο καβούκι τους. Τους θερμόαιμους τους πέφτει η θερμοκρασία. Το τρένο συνεχίζει την πορεία του!
     Κάποιοι κάθονται και ακούν με περίσκεψη, κουνώντας με νόημα τα κεφάλια τους. Φοβούνται. Καταλαβαίνουν ότι  κάτι μυστήριο πάει να γίνει. Φαίνεται πως δεν συμφωνούν μ` αυτήν την «απαγωγή», αλλά μένουν μέχρι εκεί. Δεν τολμούν για περαιτέρω. «Τι να κάνω, σου λέει. Καλά είμαστε. Μια χαρά ταξιδεύουμε. Υπάρχουν και χειρότερα».
     Κάποιοι άλλοι κοιμούνται μακαρίως. Δεν νοιώθουν τι γίνεται γύρω τους ούτε και τους ενδιαφέρει. «Κορόιδο είμαι, σου λέει, να ανακατεύομαι σε φασαρίες; Εγώ είμαι χαμηλών τόνων. Μου αρέσει η ειρήνη και η αγάπη. Έτσι έμαθα στο σχολείο και στη δουλειά μου. Δεν χαλιέμαι με κανέναν. Ας με πάνε όπου θέλουν. Ας κάνουν ό,τι θέλουν. Δεν έχω πρόβλημα».
     Άλλοι πάλι είναι που κάνουν τη θλιβερή και οδυνηρή έκπληξη. Βιάζονται. «Δεν αντέχουμε το αδιέξοδο της αβέβαιης προσμονής», φωνάζουν και εγκαταλείπουν το τρένο. Ανοίγουν τα παράθυρα και πηδάνε έξω και χάνονται στα έρημα του δρόμου ή κρεμιούνται με τα σεντόνια από τους αεραγωγούς του βαγονιού και δίνουν τέλος στο μαρτύριό τους. Κανείς δεν κουνιέται όμως να τους εμποδίσει. Δικαίωμά τους. Αφού το ήθελαν μόνοι τους!
     Υπάρχουν και οι πολύ προχωρημένοι. Μέσα στην απόγνωση της μονοτονίας του ταξιδιού, ζητούν από τους συνταξιδιώτες τους να τους βοηθήσουν. Αν πραγματικά τους αγαπούν, να βάλουν ένα χεράκι, ώστε να βρουν έναν τρόπο να τους πεθάνουν ανώδυνα, μιας και δεν έχουν να ελπίζουν τίποτε άμεσο από αυτό το ταξίδι.
    Το τρένο σφυρίζει μακρόσυρτα και συνεχίζει το δρόμο του!
    Μέσα στο πνεύμα της ελευθερίας που επικρατεί, αλλά και με βάση την ξεκάθαρη άποψη των υπευθύνων της αμαξοστοιχίας σχετικά με τη διαφορά του εγκλήματος από το φτάρνισμα και του σκύλου από τον αφέντη του, πολλοί βρίσκουν την ευκαιρία να ικανοποιήσουν «αυτό που τους έρχεται»: Ο σύντροφος απατά τη συντρόφισσά του και αντιστρόφως. Φοβερό πράγμα! Ο φίλος παντρεύεται το φίλο του και η φίλη τη φίλη της και νιώθουν πολύ χαρούμενοι και ευτυχισμένοι. Εύκολο χόμπυ αλλά και «πρόκληση» για τους καθυστερημένους! Γέροι ασελγούν σε παιδάκια, πατεράδες στα παιδιά τους, μητέρες στα σπλάχνα τους. Πολύ συνηθισμένο για το τρενοτάξιδο. Παιδιά σφάζουν τους γονείς και τους παππούδες. Λεβεντιά και παλικαροσύνη! Ληστές βγάζουν πιστόλι, κλέβουν και σκοτώνουν έτσι για πλάκα. Αυτοί είναι που θαυμάζονται περισσότερο απ` όλους και  καταγράφονται στους ήρωες. «Γιατί το κάνεις;». «Έτσι  θέλω, έτσι μου `ρθε», είναι η απάντηση και τελειώνουν όλα. Τόσο απλά!
    Στις γωνίες του βαγονιού και στα απόμερα σημεία σκοντάφτεις απάνω σε αρρώστους, τραυματισμένους, μισοπεθαμένους ή και πτώματα σε προχωρημένη σήψη. Θέλουν κάποιοι να σταματήσουν, για να τους παραχώσουν κάπου μες στο χώμα, αλλά οι κανονισμοί δεν το επιτρέπουν. Θα τους βάλουν στο λέβητα, λέει, για να ζεστάνουν τις καμπίνες. Πολύ πρακτικό. Ζέστα και οικονομία!
     Και το τρένο συνεχίζει να τρέχει!
     Όλα αυτά είναι αποτέλεσμα έλλειψης πραγματικής ελευθερίας, εξηγούν τα μεγάφωνα. Αν υπήρχε λίγη περισσότερη ελευθερία, θα είχαν πάψει αυτά τα ψιλοστραβοπατήματα και οι μικροκακίες και όλοι θα ημέρευαν από τη γλύκα της αγάπης. Το υποσχέθηκαν κι αυτό τα μεγάλα αφεντικά, πως θα τους χαριστεί σύντομα.
     Και κάτι πολύ χαριτωμένο: Επειδή στο τρένο είναι επιβάτες και τα σκυλιά και οι γάτες με τα μικρά τους, το κλίμα γίνεται ιδιαίτερα ευχάριστο. Οι καημένες οι ψυχούλες, τρέχουν από τη μια αγκαλιά στην άλλη και δε χορταίνουν τα χάδια και την αγάπη των δικών τους. Όλοι τα προσέχουν. Τα φροντίζουν σαν παιδιά τους και τα ταΐζουν με τις καλύτερες τροφές από ειδικά καταστήματα. Κάποιοι όμως άφραγκοι ακαμάτες, όταν βρίσκουν ευκαιρία, αρπάζουν κανένα κομματάκι, για να ξεγελάσουν την πείνα τους. Τότε τους περιλαβαίνουν «τα ζωντανά της αυτής ομοταξίας» και τους καταγγέλλουν πώς τόλμησαν να στερήσουν λίγη τροφή από τα ευαίσθητα, τα καημένα, τα αξιολάτρευτα αδελφάκια τους.
   Το τρένο σφύριξε ήδη πολλές φορές!
   Ακίνητοι, ανέκφραστοι, αμίλητοι, στην πίσω πίσω θέση του βαγονιού στέκονται οι πιο λογικοί και μορφωμένοι. Προσωπικότητες τους έλεγαν κάποτε. Τώρα κανείς δεν τους ξέρει, διότι δεν μπορούν να μιλήσουνε. Κυκλοφόρησε η φήμη πως κατάπιαν τη γλώσσα τους. Κάθονται και συζητούν με νοήματα για συνταγές της κουζίνας, για τον καιρό και άλλα σημαντικά θέματα, λόγω της κατάστασής τους.
   Το τρένο βέβαια συνεχίζει το ταξίδι του!
    Όλα αυτά τα βλέπει κανείς μόνο μέσα σ` ένα βαγόνι και με μια γρήγορη ματιά. Στα άλλα βαγόνια θα δει άλλες παρόμοιες πρωτότυπες και εντυπωσιακές εικόνες και θα του `ρθει κυριολεκτικά «να μπει μέσα στα ρούχα του».
    Και το τρένο διασχίζει την έρημο υπερηχητικά!       ……………………………………………………………………………………………….
    Όποιος  αντέξει μέχρι «την ημέρα εκείνη της άφιξης», θα δει με τα δικά του μάτια και δεν θα εκπλαγεί. Και μήτε να κλάψει μήτε να γελάσει. Ας σκύψει μοναχά, να αναζητήσει τη θέση του στο βαγόνι κι ας την ξαναμελετήσει προσεκτικά. Δεν θα είναι αργά! Ποτέ δεν είναι αργά!
Σάββας Ηλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 4-4-2017