της Αλέκας Λεώνη
Όλοι
ξέρουμε την αποτρόπαια σφαγή και το μαρτύριο που υπέστη ο Μητροπολίτης
Σμύρνης Χρυσόστομος. Είναι άλλωστε τόσο γνωστή η βαρβαρότητα την οποία
υπέστη στις 27 Αυγούστου 1922 στη Σμύρνη. Σχεδόν άγνωστο όμως είναι το
τέλος το οποίο υπέστησαν (λίγο αργότερα) στις 3 Οκτωβρίου του 1922, o
Μητροπολίτης Κυδωνιών Γρηγόριος, Ιερείς και πλήθος συμπατριωτών τους. Ας
αφήσουμε τον Ακαδημαϊκό Ηλία Βενέζη, αιχμάλωτος κι αυτός των Τούρκων
που έζησε την τραγωδία και που υπήρξε ένας εκ των ελαχίστων που γλίτωσε
το θάνατο, να μας περιγράψει τα γεγονότα:
ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΤΟΥ ΑΙΒΑΛΙΟΥ
(Από το βιβλίο του Ηλία Βενέζη, ‘Μικρασία Χαίρε’, σελ. 45)
«Ο Κυδωνίων Γρηγόριος έμεινε στην πόλη με τα γυναικόπαιδα, έκανε ό,τι του περνούσε για τη σωτηρία του ποιμνίου του, διαβήματα εκκλήσεις προς τους Τούρκους, νομίζοντας πως......
ακόμα το κύρος της Εκκλησίας, τα προνόμια τα
σουλτανικά, είχαν σημασία. Σε λίγες μέρες άρχισαν να φτάνουν στο λιμάνι
βαπόρια με αμερικανική σημαία, να παραλάβουν τα γυναικόπαιδα.ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΤΟΥ ΑΙΒΑΛΙΟΥ
(Από το βιβλίο του Ηλία Βενέζη, ‘Μικρασία Χαίρε’, σελ. 45)
«Ο Κυδωνίων Γρηγόριος έμεινε στην πόλη με τα γυναικόπαιδα, έκανε ό,τι του περνούσε για τη σωτηρία του ποιμνίου του, διαβήματα εκκλήσεις προς τους Τούρκους, νομίζοντας πως......
Οι Τούρκοι είπαν στην αρχή: «Η άδεια της αναχωρήσεως ισχύει μόνο για 24 ώρες. Όσοι δεν προλάβουν να φύγουν, θα μεταφερθούν στο εσωτερικό της Ανατολής!».
Ο Δεσπότης πήγε και βρήκε τον Τούρκο φρούραρχο. Είχε πάντα το κουράγιο να μιλά αυστηρά, αν και μάντευε το τέλος που τον περίμενε. Διαμαρτυρήθηκε: πόσοι προλαβαίναν να μπαρκάρουν σε 24 ώρες με τα λίγα μέσα που υπήρχαν;… Επέστρεψε στη Μητρόπολή του κατώδυνος την ψυχήν:
«Φύγετε όλοι αμέσως! Ο Σώζων εαυτόν σωθήτω!».
Του είπαν να ετοιμασθεί να φύγει και εκείνος. Αρνήθηκε:
«Εφόσον και ένας ακόμη εκ των πιστών του ποιμνίου μου ευρίσκεται εδώ, θα μείνω και εγώ».
Την 30 Σεπτεμβρίου του 1922 οι Τούρκοι ορίσανε ως ημέρα που θα επέτρεπαν και στους παπάδες των ένδεκα μεγάλων εκκλησιών του Αϊβαλιού να φύγουν. Ο Δεσπότης πάλι είπε:
«Εγώ είμαι υποχρεωμένος να μείνω».
Επειδή έμεναν ακόμη χριστιανοί στην πόλη. Και είχε γνωσθεί η τελευταία αγριότητα. Όταν οι Τούρκοι μάζεψαν τους άντρες από 18-45 ετών και τους σκοτώσανε έξω απ’ την πόλη, είχαν εξαιρέσει από αυτή την ομαδική στρατολογία και σφαγή τα σινάφια: τους επαγγελματίες, τους φουρναραίους, τους χτίστες, τους μαραγκoύς. Ο διευθυντής της αστυνομίας τους κάλεσε όλους να παρουσιαστούνε. Τους πήγαν σ’ ένα λόφο λεγόμενο «Mπογιά» και τους σκότωσαν με τσεκούρια. Ένας μόνο γλύτωσε και είπε το τι έγινε.
Τέλος, πιάσαν τον Δεσπότη και τους παπάδες. Ύστερα από τέσσερις μέρες φυλακή και βασανιστήρια, τους σηκώσανε και τους οδήγησαν έξω από την πόλη... Τους γυμνώσανε, τους δέρνανε, τους βιάζανε να περπατούν ξυπόλυτοι...
Ήμουν με την προτελευταία αποστολή σκλάβων που οι Τούρκοι οδηγούσανε στο εσωτερικό της Ανατολής. Γυμνοί, πεινασμένοι, διψασμένοι, καταματωμένοι, είχαμε φτάσει στην Πέργαμο. Μας ρίξαν σε μίαν αποθήκη. Την άλλη μέρα, κατά το μεσημέρι, άνοιξε η πόρτα και μπήκε ένα νέο κοπάδι σκλάβων. Ήταν, σε αξιοθρήνητη κατάσταση, οι παπάδες του Αϊβαλιού: αλλοσούσουμοι, καταματωμένοι κι αυτοί, με ξεσκισμένα ράσα, πεινασμένοι, ξυπόλυτοι, άγριοι απ’ τη μαρτυρική πορεία. Ο Κυδωνίων Γρηγόριος, αν και είχε ξεκινήσει μαζί τους, δεν έφτασε στην Πέργαμο. Έξω απ’ το Αϊβαλί οι Τούρκοι τον ξεχωρίσανε μαζί με μερικούς άλλους απ’ το κοπάδι και τον παραδώσανε σ’ ένα απόσπασμα εκτελεστικό που είχε, εκτός απ’ τα όπλα και φτυάρια. Οι άλλοι οι παπάδες συνεχίσανε το δρόμο. Σαν πέρασε λίγη ώρα, ακούσανε πίσω τους ντουφεκιές.
Το απόσπασμα ενώθηκε μαζί τους αργότερα. Ένας Τούρκος του αποσπάσματος είπε: «Τον Δεσπότη τον θάψαμε ζωντανό. Οι ντουφεκιές ήταν για τους άλλους».
Απ’ την Πέργαμο συνεχίσαμε τη μαρτυρική πορεία προς το εσωτερικό της Ανατολής, μαζί με τους παπάδες. Έξω απ’ την Πέργαμο σκότωσαν τον γερο-ιερέα της ενορίας μας, που δεν μπορούσε να βαδίσει. Τον παραδώσανε στον όχλο – στους πολίτες και στα παιδιά – που παρακολουθούσαν τη θλιβερή θεωρία. Κι ο όχλος τον σκότωσε μπρος στα μάτια μας με λιθοβολισμό. Φτάσαμε στο Κιρκαγάτς. Εκεί, τη νύχτα οι Τούρκοι ξεχώρισαν τους παπάδες και τους πήραν δεμένους να τους πάνε στο Αξάρι. Μάθαμε αργότερα πως τους σκότωσαν όλους στο δρόμο.
Από 3.000 άνδρες που πιάσανε οι Τούρκοι στο Αϊβαλί, τον ανθό του πληθυσμού, σωθήκαμε και φτάσαμε, ύστερα από, δεινά πολλά, στην Ελλάδα είκοσι τρεις ψυχές (αριθμός 23!).
Αυτή τη μαρτυρία καταθέτω για την Ορθοδοξία της Μικρασίας, που έδιδε αγίους και μάρτυρες ταπεινούς και αφανείς, επειδή τους, οδηγούσε ένα μόνο: η πίστη και το χρέος».
Σήμερα μετά από τόσα χρόνια παρατηρούμε τους απογόνους των Τούρκων και Τσετών να κάνουν αυτούς τους φρικτούς αποκεφαλισμούς στην Συρία και να εκδιώκουν και πάλι Χριστιανούς. Τυχαίο; Μα εξίσου αποτρόπαιο είναι και το γεγονός ότι σύγχρονοι Έλληνες θέλουν πεισματικά να ξεχάσουμε τα πραγματικά συμβάντα της Ιστορία και να μας γράψουν άλλη, ψεύτικη. Τα θύματα και οι θήτες το ίδιο. Γιατί; Γιατί τόση αχαριστία. Τυχαίο και αυτό;
Αγιογραφία του Αγίου Γρηγορίου Κυδωνιών στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγίας Φωτεινής Νέας Σμύρνης.
Πρόσφυγες από το Αϊβαλί (Μυτιλήνη 1922)
πηγή: yiorgosthalassis.