Η ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821
Του Βλάση Βλασίδη
Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1814 ιδρύθηκε στο ρωσικό λιμάνι της Μαύρης Θάλασσας, την Οδησσό, η Φιλική Εταιρεία. Οι ιδρυτές της ήταν ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, ο Νικόλαος Σκουφάς και ο Εμμανουήλ Ξάνθος, άτομα που ασχολούνταν με το εμπόριο και τη βιοτεχνία στη Ρωσία.
Σύμφωνα με τους οραματισμούς των ιδρυτών της η Φιλική Εταιρεία επρόκειτο να αποτελέσει μια μυστική ολιγομελή οργάνωση επίλεκτων Ελλήνων. Οι αλλοεθνείς αποκλείονταν από τις τάξεις της.
Τα πρώτα χρόνια η οργάνωση συνάντησε δυσκολίες στη στελέχωσή της και τα μέλη της δεν υπερέβαιναν τα τριάντα. Όμως το 1818 οι Φιλικοί άρχισαν να επισκέπτονται τις ελληνικές κοινότητες για να κατηχούν νέα μέλη με αποτέλεσμα να αρχίσουν να αυξάνονται ραγδαία οι μυημένοι. Το 1819 μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία οι περισσότεροι πρόκριτοι της Πελοποννήσου και των νησιών του Αιγαίου και αρκετοί οπλαρχηγοί. Τον επόμενο χρόνο τα μέλη της ξεπερνούσαν τις 3.000. Αυτή η επιτυχής πορεία της Φιλικής Εταιρείας οφείλεται σε μεγάλο ποσοστό στο γεγονός, ότι καλλιεργούσαν την ιδέα πως η κίνησή τους υποστηριζόταν από τη Ρωσία και ότι είχαν την ευλογία του Πατριάρχη.
Οι Φιλικοί δεν ήταν όλοι ίσοι. Υπήρχε ο ηγετικός πυρήνας, η Ανωτάτη Αρχή όπως ονομαζόταν, τέσσερις πολιτικές και δύο στρατιωτικές βαθμίδες στις οποίες εντάσσονταν τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Στη χαμηλότερη βαθμίδα ήταν οι βλάμηδες, δηλαδή οι αγράμματοι και οι απλοί άνθρωποι. Στην επομένη βαθμίδα, τους συστημένους, εντάσσονταν οι υπάλληλοι και οι μικροέμποροι, ενώ στις δυο επόμενες βαθμίδες, τους ιερείς και τους ποιμένες, εντάσσονταν οι ευκατάστατοι και οι μορφωμένοι. Οι στρατιωτικές βαθμίδες ήταν αυτή των αφιερωμένων και εκείνη των ποιμένων.
Η Ανώτατη Αρχή περιλάμβανε αρχικά τους ιδρυτές της οργάνωσης. Στο διάστημα 1815-1818 διευρύνθηκε με την είσοδο σε αυτήν του Αντωνίου Κομιζόπουλου, του Νικολάου Γαλάτη, του Ανθιμου Γαζή, του Αθανάσιου Σέκερη και του Παναγιώτη Αναγνωστόπουλου.
Όσο όμως απλωνόταν η Φιλική Εταιρεία τόσο περισσότερο ένιωθαν οι ιδρυτές της την ανάγκη να αναζητήσουν έναν αρχηγό με πανελλήνια ακτινοβολία και διεθνή αναγνώριση. Έτσι στις αρχές του 1820 οι Φιλικοί πλησίασαν τον Ιωάννη Καποδίστρια, υπουργό εξωτερικών της Ρωσίας και του πρόσφεραν την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας. Όταν εκείνος αρνήθηκε, πρόσφεραν την αρχηγία στον Αλέξανδρο Υψηλάντη που είχε σταδιοδρομήσει με επιτυχία στον ρωσικό στρατό.
Οι τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας είχαν ως στόχο να προετοιμάσουν μια εξέγερση που θα ελευθέρωνε το Γένος και την Πατρίδα από τον τουρκικό ζυγό. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, όταν ανέλαβε τη θέση του "Γενικού Επιτρόπου της Αρχής", ξεκίνησε εσπευσμένα τις εργασίες για την προετοιμασία της επανάστασης. Οι μυημένοι ήταν πλέον χιλιάδες, το "μυστικό" κυκλοφορούσε σε όλο τον ελλαδικό και βαλκανικό χώρο και στις παροικίες με αποτέλεσμα να κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να προδοθεί στους Τούρκους.
Ο Υψηλάντης, ο οποίος θαύμαζε τον Ρήγα Βελεστινλή και τις ιδέες του, επιδίωξε τη συνεργασία με τους άλλους βαλκανικούς λαούς. Απευθύνθηκε στους Σέρβους και στους Βλάχους αλλά οι προσπάθειές του δεν ευοδώθηκαν. Όμως στις αρχές του 1821 υπήρχαν καλύτερες προϋποθέσεις για το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης στη βόρεια Βαλκανική και συγκεκριμένα στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες διότι διοικούνταν από Φαναριώτες Ηγεμόνες και ο τουρκικός στρατός απαγορευόταν να σταθμεύει στην περιοχή. Η επανάσταση ξέσπασε ουσιαστικά στις 22 Φεβρουαρίου του 1821 όταν ο Υψηλάντης διέβη τον Προύθο ποταμό και εισήλθε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες.
Από τον Ιανουάριο του 1821 είχε σταλεί στην Πελοπόννησο ο Γρηγόριος Δικαίος ή Παπαφλέσσας για να ξεσηκώσει τους προκρίτους και τους ιερείς. Τον Μάρτιο η Πελοπόννησος πήρε τα όπλα και τον Ιούνιο έφθασε στην Ελλάδα ο Δημήτριος Υψηλάντης ως πληρεξούσιος του αδελφού του προκειμένου να αναλάβει την αρχηγία του Αγώνα, όμως γρήγορα παραμερίστηκε από τους ντόπιους προκρίτους και οπλαρχηγούς. Ήταν πλέον φανερό ότι το Γένος μπορούσε να διεξάγει τον Αγώνα του και χωρίς την καθοδήγηση της Φιλικής Εταιρείας.
Η Φιλική Εταιρεία δεν κατόρθωσε να προωθήσει την ιδέα για μια παμβαλκανική εξέγερση, διότι οι βαλκανικοί λαοί είτε βρίσκονταν ακόμη στα πρώιμα στάδια του εθνικού τους Διαφωτισμού, είτε οι στόχοι τους δεν ταυτίζονταν με εκείνους των Ελλήνων. Κατόρθωσε όμως να οργανώσει τους Έλληνες, να τους εμφυσήσει την ιδέα της εξέγερσης και τελικά να προετοιμάσει και να εκδηλώσει την επανάσταση του Ελληνικού Γένους, η οποία κατέληξε στη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.
Του Βλάση Βλασίδη
Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1814 ιδρύθηκε στο ρωσικό λιμάνι της Μαύρης Θάλασσας, την Οδησσό, η Φιλική Εταιρεία. Οι ιδρυτές της ήταν ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, ο Νικόλαος Σκουφάς και ο Εμμανουήλ Ξάνθος, άτομα που ασχολούνταν με το εμπόριο και τη βιοτεχνία στη Ρωσία.
Σύμφωνα με τους οραματισμούς των ιδρυτών της η Φιλική Εταιρεία επρόκειτο να αποτελέσει μια μυστική ολιγομελή οργάνωση επίλεκτων Ελλήνων. Οι αλλοεθνείς αποκλείονταν από τις τάξεις της.
Τα πρώτα χρόνια η οργάνωση συνάντησε δυσκολίες στη στελέχωσή της και τα μέλη της δεν υπερέβαιναν τα τριάντα. Όμως το 1818 οι Φιλικοί άρχισαν να επισκέπτονται τις ελληνικές κοινότητες για να κατηχούν νέα μέλη με αποτέλεσμα να αρχίσουν να αυξάνονται ραγδαία οι μυημένοι. Το 1819 μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία οι περισσότεροι πρόκριτοι της Πελοποννήσου και των νησιών του Αιγαίου και αρκετοί οπλαρχηγοί. Τον επόμενο χρόνο τα μέλη της ξεπερνούσαν τις 3.000. Αυτή η επιτυχής πορεία της Φιλικής Εταιρείας οφείλεται σε μεγάλο ποσοστό στο γεγονός, ότι καλλιεργούσαν την ιδέα πως η κίνησή τους υποστηριζόταν από τη Ρωσία και ότι είχαν την ευλογία του Πατριάρχη.
Οι Φιλικοί δεν ήταν όλοι ίσοι. Υπήρχε ο ηγετικός πυρήνας, η Ανωτάτη Αρχή όπως ονομαζόταν, τέσσερις πολιτικές και δύο στρατιωτικές βαθμίδες στις οποίες εντάσσονταν τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Στη χαμηλότερη βαθμίδα ήταν οι βλάμηδες, δηλαδή οι αγράμματοι και οι απλοί άνθρωποι. Στην επομένη βαθμίδα, τους συστημένους, εντάσσονταν οι υπάλληλοι και οι μικροέμποροι, ενώ στις δυο επόμενες βαθμίδες, τους ιερείς και τους ποιμένες, εντάσσονταν οι ευκατάστατοι και οι μορφωμένοι. Οι στρατιωτικές βαθμίδες ήταν αυτή των αφιερωμένων και εκείνη των ποιμένων.
Η Ανώτατη Αρχή περιλάμβανε αρχικά τους ιδρυτές της οργάνωσης. Στο διάστημα 1815-1818 διευρύνθηκε με την είσοδο σε αυτήν του Αντωνίου Κομιζόπουλου, του Νικολάου Γαλάτη, του Ανθιμου Γαζή, του Αθανάσιου Σέκερη και του Παναγιώτη Αναγνωστόπουλου.
Όσο όμως απλωνόταν η Φιλική Εταιρεία τόσο περισσότερο ένιωθαν οι ιδρυτές της την ανάγκη να αναζητήσουν έναν αρχηγό με πανελλήνια ακτινοβολία και διεθνή αναγνώριση. Έτσι στις αρχές του 1820 οι Φιλικοί πλησίασαν τον Ιωάννη Καποδίστρια, υπουργό εξωτερικών της Ρωσίας και του πρόσφεραν την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας. Όταν εκείνος αρνήθηκε, πρόσφεραν την αρχηγία στον Αλέξανδρο Υψηλάντη που είχε σταδιοδρομήσει με επιτυχία στον ρωσικό στρατό.
Οι τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας είχαν ως στόχο να προετοιμάσουν μια εξέγερση που θα ελευθέρωνε το Γένος και την Πατρίδα από τον τουρκικό ζυγό. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, όταν ανέλαβε τη θέση του "Γενικού Επιτρόπου της Αρχής", ξεκίνησε εσπευσμένα τις εργασίες για την προετοιμασία της επανάστασης. Οι μυημένοι ήταν πλέον χιλιάδες, το "μυστικό" κυκλοφορούσε σε όλο τον ελλαδικό και βαλκανικό χώρο και στις παροικίες με αποτέλεσμα να κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να προδοθεί στους Τούρκους.
Ο Υψηλάντης, ο οποίος θαύμαζε τον Ρήγα Βελεστινλή και τις ιδέες του, επιδίωξε τη συνεργασία με τους άλλους βαλκανικούς λαούς. Απευθύνθηκε στους Σέρβους και στους Βλάχους αλλά οι προσπάθειές του δεν ευοδώθηκαν. Όμως στις αρχές του 1821 υπήρχαν καλύτερες προϋποθέσεις για το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης στη βόρεια Βαλκανική και συγκεκριμένα στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες διότι διοικούνταν από Φαναριώτες Ηγεμόνες και ο τουρκικός στρατός απαγορευόταν να σταθμεύει στην περιοχή. Η επανάσταση ξέσπασε ουσιαστικά στις 22 Φεβρουαρίου του 1821 όταν ο Υψηλάντης διέβη τον Προύθο ποταμό και εισήλθε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες.
Από τον Ιανουάριο του 1821 είχε σταλεί στην Πελοπόννησο ο Γρηγόριος Δικαίος ή Παπαφλέσσας για να ξεσηκώσει τους προκρίτους και τους ιερείς. Τον Μάρτιο η Πελοπόννησος πήρε τα όπλα και τον Ιούνιο έφθασε στην Ελλάδα ο Δημήτριος Υψηλάντης ως πληρεξούσιος του αδελφού του προκειμένου να αναλάβει την αρχηγία του Αγώνα, όμως γρήγορα παραμερίστηκε από τους ντόπιους προκρίτους και οπλαρχηγούς. Ήταν πλέον φανερό ότι το Γένος μπορούσε να διεξάγει τον Αγώνα του και χωρίς την καθοδήγηση της Φιλικής Εταιρείας.
Η Φιλική Εταιρεία δεν κατόρθωσε να προωθήσει την ιδέα για μια παμβαλκανική εξέγερση, διότι οι βαλκανικοί λαοί είτε βρίσκονταν ακόμη στα πρώιμα στάδια του εθνικού τους Διαφωτισμού, είτε οι στόχοι τους δεν ταυτίζονταν με εκείνους των Ελλήνων. Κατόρθωσε όμως να οργανώσει τους Έλληνες, να τους εμφυσήσει την ιδέα της εξέγερσης και τελικά να προετοιμάσει και να εκδηλώσει την επανάσταση του Ελληνικού Γένους, η οποία κατέληξε στη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.