Γράφει ὁ Δημήτρης Νατσιὸς Δάσκαλος Κιλκὶς
Ἔχουν περάσει ἀρκετὰ
χρόνια, θυμᾶμαι ὅμως κάτι πού μου συνέβη μὲς στὴν τάξη. Ἦταν ἡ ἐποχὴ ποὺ
κυβερνοῦσε τοῦτον τὸν ταλαίπωρο τόπο ὁ «ἀρχιερέας τῆς διαπλοκῆς» καὶ τὰ
σπιθαμιαία τσιράκια του. Εἶχαν ἀποθρασυνθεῖ
τὰ κομματικὰ «στελέχια», διόριζαν, ἔκλεβαν, ἐκβίαζαν, διέλυαν τὴν πατρίδα,
γιατί νόμιζαν ὅτι θὰ κυβερνοῦν καὶ θὰ βυσσοδομοῦν διὰ βίου. Κατὰ τὶς θλιβερὲς
νεοδημοκρατικὲς παρενθέσεις, ἀνενόχλητοι καὶ τὸ ἴδιο ἰσχυροὶ καὶ ἀναιδεῖς, ἀπολάμβαναν
τὴν σοδειὰ τῶν χρόνων ἐξουσίας καὶ ἀκόνιζαν τὰ νύχια τους γιὰ τὴν ἐπικείμενη… ἐπανάταξη.
Τέλος πάντων. Διδάσκω στὴν Στ’ Δημοτικοῦ τὸ μάθημα «Κοινωνικὴ
καὶ Πολιτικὴ Ἀγωγή». Συζητοῦμε μὲ τοὺς μαθητὲς τὴν σπουδαιότητα τῆς ἐργασίας.... Ἐπιμένω
στὴν εὐλογία καὶ τὴ χαρὰ τοῦ κόπου-«τὰ ἀγαθὰ κόποις κτῶνται»- νὰ κατανοήσουν οἱ
μαθητὲς αὐτὸ ποὺ μᾶς ἄφησε παρακαταθήκη ὁ ἐλευθερωτής μας, Γέρος τοῦ Μοριά,
Θοδωρὴς Κολοκοτρώνης: «Παιδιά μου… νὰ δοθῆτε εἰς τὰς σπουδᾶς σας καὶ καλλίτερα
νὰ κοπιάσετε ὀλίγον δύο καὶ τρεῖς χρόνους καὶ νὰ ζήσετε ἐλεύθεροι εἰς τὸ ὑπόλοιπό
της ζωῆς σας, παρὰ νὰ περάσετε τέσσαρους πέντε χρόνους τὴ νεότητά σας καὶ....
νὰ
μείνετε ἀγράμματοι». (Ἀπὸ τὸ περίφημο λόγο
στὴν Πνύκα, τὸ 1838. Ἂς προσεχθεῖ ὅτι ὁ Κολοκοτρώνης συνδέει τὰ «γράμματα» μὲ τὴν
ἐλευθερία. Καὶ μιλοῦσε γιὰ τὰ «γράμματα ποὺ διαβάζουνε οἱ ἀγράμματοι κι ἁγιάζουνε»,
ὅπως λέει ὁ ποιητὴς καὶ ὄχι γιὰ τὰ σημερινὰ «ἄθεα γράμματα», ποὺ μᾶς ἐπέβαλλαν
οἱ ἡμιμαθεῖς, «οἱ ξεθυμασμένοι φυλετικὰ Ἕλληνες», ὅπως τοὺς ὀνόμαζε ὁ
Μυριβήλης).
Συζητοῦμε, λοιπόν, γιὰ
τὴν ἀξία τῆς ἐργασίας μὲ τοὺς μαθητές μου καὶ τὶς ἀρετὲς ποὺ πρέπει νὰ τὴν
δορυφοροῦν, ἐντιμότητα, ἀξιοπρέπεια, ἀλληλεγγύη, γιατί «πάσα ἐπιστήμη
χωριζόμενη ἀρετῆς πανουργία ἐστι».
Τὴν ἑπομένη μέρα μία
μαθήτριά μου, μοῦ λέει αὐθόρμητα:
«-Κύριε, ὁ μπαμπάς
μου εἶπε ὅτι αὐτὰ ποὺ λέτε εἶναι ἀνοησίες». (Ἔτσι ἀκριβῶς. Κάνουν τεράστιο
λάθος οἱ γονεῖς ποὺ ὑποτιμοῦν καὶ χλευάζουν, μπροστὰ στὰ παιδιά τους, τοὺς
δασκάλους ἢ καθηγητές. Ἡ μειωτικὴ εἰκόνα τοῦ δασκάλου λειτουργεῖ ἀρνητικὰ στὴν
μάθηση καὶ ἐνσπείρει στὰ παιδιὰ ἐριστικότητα καὶ ἐπιθετικότητα ἐπὶ δικαίων καὶ ἀδίκων. Χάνεται ἀκόμη ἡ ἀρετὴ τοῦ σεβασμοῦ.
Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος
γράφει: «… εἰ γὰρ ἀδελφὸν οὐ δεῖ κρίνειν, πολλῶ μᾶλλον διδάσκαλον», δηλαδή, «ἂν
δὲν πρέπει νὰ κατακρίνουμε κάποιον ἀδελφὸ-συνάνθρωπο, πολὺ περισσότερο δὲν
πρέπει νὰ κατακρίνουμε τοὺς δασκάλους». Λόγοι ὅμως δικαιοσύνης ἐπιβάλλουν νὰ
τονίσουμε ὅτι σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις, γιὰ τὴν «προκλητικὴ» στάση τῶν παιδιῶν ὑπεύθυνοι
εἶναι καὶ οἱ δάσκαλοι, οἱ ράθυμοι καὶ οἱ ἀδιάφοροι. Σ’ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις δὲν
ψέγουμε τὸν δάσκαλο ἐνώπιόν του παιδιοῦ, ἀλλὰ πηγαίνουμε στὸ σχολεῖο καὶ ζητοῦμε
ἐξηγήσεις).
Καὶ συνεχίζει ἡ
μαθήτρια: «Μοῦ εἶπε ὅτι σήμερα γιὰ νὰ βρεῖς δουλειὰ πρέπει νὰ ἔχεις βύσμα. Ἐγὼ ἔχω.
Μεγάλωσε εσύ καὶ μὴ σὲ νοιάζει. Θὰ σὲ βολέψω». Ἦταν κομματόσκυλο, τρανὸ καὶ
χωμένο στὸν βοῦρκο, ἕως τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς, ὁ «συνετὸς» πατέρας. Διορίστηκε
ὁ ἴδιος στὸ Δημόσιο, διαπρέποντας στὴν ἀφισοκόλληση καὶ τὴν δουλοπρέπεια στὰ
«πράσινα» μεγαλοερπετὰ καὶ φρόντισε νὰ μεταγγίσει καὶ στὸ παιδὶ τοῦ τὴν ἐμετική,
σκωληκοειδῆ τακτική του. Τί νὰ τοῦ πεῖς αὐτοῦ του παιδιοῦ; Τὸ κατέστρεψε ὁ ἴδιος
ὁ γονέας του.
Μεγάλο πρόβλημα ἀντιμετωπίζουμε
σήμερα στὸ σχολεῖο μὲ τὴν γλώσσα τῶν παιδιῶν. Μᾶς κουβαλοῦν ἀπὸ τὸ σπίτι τὶς
βρισιὲς ποὺ ἐκτοξεύουν οἱ γονεῖς τους στὸ σπίτι, φαινόμενο λυπηρότατο, τὸ ὁποῖο
ἀδυνατοῦμε νὰ ἀντιμετωπίσουμε δραστικὰ οἱ δάσκαλοι, γιατί κινδυνεύουμε νὰ βρεθοῦμε
ἐκτεθειμένοι μὲ τὴν κατηγορία τῆς «λεκτικῆς βίας». Ἐκεῖ καταντήσαμε. Γράφει ἡ ἀπαράμιλλη
Γαλάτεια Σουρέλη σὲ ἕνα κείμενό της στὸ βιβλίο «Ἁγιότητα: Ἕνα λησμονημένο ὅραμα»:
«Ἀγωγὴ ἁγιότητας… ἔδιναν οἱ μανάδες στὰ
παιδιά τους στὸ σπίτι: “ Ἕνας εἶναι ὁ Κύριος, δεύτερη εἶναι ἡ Παναγία, τρίτος εἶναι
ὁ Πρόδρομος, τέσσερα τὰ εὐαγγέλια, πέντε οἱ Παρθένες, ἔξι τὰ ἑξαπτέρυγα, ἑπτὰ εἶναι
τὰ μυστήρια, ὀκτὼ τὸ ὀκτωήχι, ἐννιὰ εἶναι τὰ τάγματα, δέκα εἶναι οἱ ἐντολές, ἕντεκα
τὰ ἑωθινά, δώδεκα οἱ Ἀποστολοι”.
Ὅλα αὐτὰ τὰ μάθαιναν
οἱ μανάδες στὰ παιδιὰ τοὺς ψέλνοντας τά. Καὶ τὸ παιδομάνι – τότε οἱ ἄνθρωποι
κάνανε πολλὰ παιδιὰ – κατέβαζε αὐτὴν τὴν πρόσθεση καὶ τὴν ἔκανε ἀφαίρεση:
Δώδεκα οἱ Ἀπόστολοι, ἕντεκα τὰ ἑωθινά, δέκα εἶναι οἱ ἐντολές…
ἕνας εἶναι ὁ Κύριος!
Ἀγωγή, ἀκόμα, γινόταν
καὶ μὲ τὸ νανούρισμα:
“Στο πάπλωμά σου κέντησα ἀετοὺς νὰ τὸ στολίζουν,/ σοὺ
κέντησα μία Παναγιά, στ’ ἀχνὸ προσκέφαλό σου, / κι ἀκόμα τὴν Ἁγιὰ-Σοφιὰ νὰ ‘χεῖς
στὸ μάγουλο σού”.
(Τώρα στὸ σχολεῖο τὰ
παιδιὰ μαθαίνουν νανουρίσματα γιά… χταπόδια.
Ἔτσι ἀκριβῶς.
Στὴ σελίδα 22 τοῦ Ἀνθολογίου
τῆς Γ’ καὶ Δ’ τάξεις, καλοῦνται οἱ μαθητὲς νὰ συνθέσουν «ἕνα νανούρισμα γιὰ
χταπόδια». Κάποιος γονέας, τί νὰ κάνει ὁ καημένος, ἔκατσε καὶ συνέθεσε ἕνα νανούρισμα γιὰ τὰ πάσχοντα ἀπὸ ἀϋπνίες
χταπόδια τοῦ ὠκεανοῦ καὶ ἰδοὺ τὸ ἀποτέλεσμα: «Κοιμήσου χταποδάκι μου/ χταπόδι
νάνι-νάνι/ κι ἐγὼ γιὰ σένα ἑτοίμασα/ τὸ πιὸ τρανὸ τηγάνι/ κοιμήσου καὶ
παρήγγειλα/ τὰ ἁλατοπίπερά σου/ τὰ λάδια σου, τὰ ξίδια σου/ καὶ τὰ μυρωδικά σου./
Τῆς θάλασσας τὰ ρεύματα/ νὰ ΄ρθοῦν νὰ σὲ λικνίσουν/ γλυκὰ μὲς στὸ λαγούμι σου/ νὰ
σὲ ἀποκοιμήσουν./ Καθὼς αὐτοὶ κοιμήθηκαν,/ οἱ νόες οἱ μεγάλοι/ ποῦ ‘φεραν τὴν
πατρίδα μας/σὲ τοῦτο δῶ τὸ χάλι».
Μετὰ τὴν ποιητικὴ
πανδαισία συνεχίζω μὲ τὴν Γαλάτεια. «Ἀγωγὴ
γινόταν καὶ μὲ τὴν εὐχή: “Ἡ Παναγιὰ μαζὶ σού”, ποὺ περιέχει ὁλόκληρη τὴν ὀρθόδοξη
παράδοση! Ποιὸ παιδὶ φεύγει σήμερα γιὰ τὸ σχολεῖο του καὶ κάποιος βρίσκεται
πίσω του νὰ τὸ σταυρώσει καὶ νὰ τοῦ πεῖ «νὰ ‘χεῖς τὴν εὐχή μου, ἡ Παναγιὰ μαζί
σου»; Ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὴν εὐχὴ μᾶς ἔχουμε στερήσει τὰ παιδιά μας».
Ἄφησα τελευταῖες τὶς
τουρκοσαπουνόπερες. Ἂς τὸ καταλάβουμε ὅλοι μας ὅτι πρόκειται γιὰ ὕπουλο ἐξισλαμισμό.
Ὅ,τι δὲν μπόρεσαν νὰ κάνουν οἱ Τουρκοκρατίες μὲ τὰ παιδομαζώματα καὶ τὶς ἐξωμοσίες,
γίνεται τώρα μέσω τῆς τηλεόρασης.
Οἱ ψηφίδες μπαίνουν,
μία μία, στὶς θέσεις τους. Ἀσκέρια λαθρομεταναστῶν μουσουλμάνων, τζαμιὰ στὴν Ἀθήνα,
ἐθισμὸς στὴν γλώσσα, τὴν τουρκική, τὴν ὁποία ἀκοῦν τὰ παιδιὰ νυχθημερὸν στὸ
σπίτι, περισσότερο ἀπὸ τὴν φωνὴ τῶν γονιῶν τους, ἀφαίρεση ἀπὸ τὰ σχολικὰ βιβλία
εἰκόνων καὶ κειμένων ποὺ μιλοῦν γιὰ σφαγὲς Μουσουλμάνων (Τουρκοαιγυπτίων,
Τουρκαλβανῶν) εἰς βάρος Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων, κατάργηση ἰθαγένειας, θρησκειολογία ἀντὶ
γιὰ ὀρθόδοξο μάθημα Θρησκευτικῶν, διὰ τοῦ ὁποίου ἐπιβάλλεται ἀπὸ τὴν Γ’
Δημοτικοῦ νὰ μαθαίνουν τὰ παιδιὰ γιὰ τὸν Μουσουλμανισμό, καὶ ἀποκαλύπτεται τὸ
σχέδιο μετατροπῆς τῆς πατρίδας μας, ἀνεπαισθήτως, σὲ μουσουλμανικὴ ἀποικία.
Προσθέστε τὸν ἐκπατρισμὸ
χιλιάδων νέων μας – τὰ καλύτερα μυαλὰ λεηλατοῦνται – καὶ τὴν προδοσία τῶν
κομματικῶν νάνων καὶ ἀρλεκίνων. (Κοινὸ ὑπουργικὸ συμβούλιο Ἑλλάδος-Τουρκίας,
γεγονὸς ποὺ ποτὲ δὲν ἔγινε μὲ τὴν Κύπρο, χώρα ἑλληνική).
Φέτος στὴν Στ’
Δημοτικοῦ, στὴν ὁποία διδάσκω – μαθαίνουμε τὴν νεοελληνικὴ ἱστορία, ἀπὸ τὴν ἅλωση
τῆς Πόλης ὡς τὶς μέρες μας- τὸ γεγονὸς στὸ ὁποῖο δίνουμε βαρύτητα εἶναι ἡ Εὐλογημένη
Ἐπανάσταση τοῦ ’21. Ἐρωτῶ: Εἶναι δυνατὸν
νὰ διδάσκεις στὸ σχολεῖο τὴν Ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου, τὸ ἠρωικότερο ἴσως
κατόρθωμα τῆς ἱστορίας μας, καὶ στὸ σπίτι νὰ ξηλώνονται ὅσα πέτυχες, γιατί οἱ
γονεῖς τοῦ παιδιοῦ εἰσπνέουν τὶς ἀναθυμιάσεις τοῦ Σουλεϊμᾶν τοῦ Γενοκτόνου μας;
«Ἔρμη, σκλάβα, πικρὴ
Ρωμιοσύνη… Μὴν ἀφήσεις τὸν ἄθεο νὰ πάρη τὸ στερνὸ θησαυρό!», λέει ὁ Παλαμᾶς. Καὶ
ὁ στερνὸς καὶ ἀδιατίμητος θησαυρὸς μᾶς εἶναι μὲς στὸ σπίτι μας. Τὰ παιδιά μας.