Μέσα στη
σεπτή χορεία των οσίων και μαρτύρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας εξέχουσα
θέση κατέχει ο τιμώμενος στις 22 Ιανουαρίου Άγιος Αναστάσιος ο Πέρσης. Ο
ένδοξος και πολύαθλος αυτός οσιομάρτυς του 7ου μ.Χ. αιώνα,
αφού γνώρισε τον Χριστό, εγκατέλειψε πλούτη και αξιώματα, ενεδύθηκε το
μοναχικό σχήμα, ομολόγησε με παρρησία τη χριστιανική του πίστη και
επισφράγησε την επίγεια ζωή του με το ένδοξο μαρτύριο του.
Ο Άγιος
Αναστάσιος καταγόταν από το χωριό Ραζήχ της επαρχίας Ρασνουνί της
Περσίας και έζησε στα χρόνια του βασιλιά της Περσίας Χοσρόη του Β΄
(590-680). Ο ευγενικής καταγωγής πατέρας του ονομαζόταν Βαβ και ήταν
ονομαστός μάγος. Γι’ αυτό και ο γιος του, ο οποίος προτού βαπτισθεί και
ονομαστεί Αναστάσιος ονομαζόταν Μανγουδάτ, φοίτησε στην περίφημη σχολή
των μάγων, της οποίας ιδρυτής ήταν ο πατέρας του, για να αναδειχθεί
ισάξιος μ’ αυτόν στη μαγική τέχνη. Όταν ενηλικιώθηκε, κατετάγη στον
στρατό του Χοσρόη και στο τάγμα των Τυρώνων.
Το 614 ο
βασιλιάς Χοσρόης κατέλαβε τα Ιεροσόλυμα και απήγαγε στην Περσία τον
Τίμιο Σταυρό του Κυρίου. Η θαυματουργική φήμη του Τιμίου Σταυρού είχε
διαδοθεί τόσο πολύ στην Περσία, ώστε το ιερό αυτό σύμβολο του
χριστιανισμού προκάλεσε το ενδιαφέρον του Μανγουδάτ για να γνωρίσει τη
χριστιανική θρησκεία. Ευσεβείς χριστιανοί ανέλαβαν να τον ενημερώσουν
για το μεγαλείο της χριστιανικής πίστεως. Το γεγονός αυτό τον παρακίνησε
στο να γνωρίσει το μυστήριο της Θείας Οικονομίας σε τέτοιο βαθμό, ώστε
άνθησε μέσα στην ψυχή του ο πόθος για τον Χριστό και την αρετή. Γι’
αυτό και φτάνοντας στη Χαλκηδόνα, εγκατέλειψε το στράτευμα αποφασισμένος
να ακολουθήσει την κατά Χριστόν ζωή. Από τη Χαλκηδόνα έφτασε στην
Ιεράπολη και έμεινε κοντά σε έναν χριστιανό συμπατριώτη του. Όταν άρχισε
να αυξάνεται η αγάπη του για τον Χριστό, άρχισε να καταφεύγει στους
ναούς της πόλης για να προσευχηθεί και να ενημερωθεί για τον βίο και το
μαρτύριο των αγίων, ενώ η επιθυμία του ήταν να βαπτισθεί χριστιανός. Γι’
αυτό και πήγε στα Ιεροσόλυμα και βαπτίσθηκε χριστιανός από τον
μετέπειτα Πατριάρχη Μόδεστο λαμβάνοντας το όνομα Αναστάσιος. Στη
συνέχεια εκάρη μοναχός στο μοναστήρι του αββά Ιουστίνου, όπου παράλληλα
με το διακόνημα του μάγειρα και του κηπουρού μελετούσε την Αγία Γραφή
και τους βίους των αγίων και επιδιδόταν στην προσευχή και την άσκηση.
Στο μοναστήρι έμεινε επτά χρόνια, αλλά ο διάβολος θέλησε να του ανακόψει
τον ένθεο ζήλο και την ανοδική πορεία προς την αρετή. Με την βοήθεια
όμως της προσευχής και την πνευματική καθοδήγηση του γέροντός του
κατόρθωσε να μείνει σταθερός στον πνευματικό του αγώνα.
Ένα
απροσδόκητο όνειρο, που του αποκάλυψε ότι θα μαρτυρήσει για τον Χριστό,
τον παρακίνησε να εγκαταλείψει κρυφά το μοναστήρι και να μεταβεί πρώτα
στη Διόσπολη, στη συνέχεια στο όρος Γαριζίν και τελικά στην Καισάρεια
της Παλαιστίνης. Εκεί πηγαίνοντας προς τον ναό της Αγίας Ευφημίας
συνάντησε συμπατριώτες του μάγους και άρχισε να τους επικρίνει για την
πλάνη τους και να τους καλεί να εγκαταλείψουν τη μαγική τέχνη και να
ακολουθήσουν τον Χριστό. Μάλιστα ερωτηθείς ο ίδιος, τους αποκάλυψε ότι
κάποτε ήταν και εκείνος μάγος και ζούσε μέσα στην πλάνη, ενώ τώρα είναι
πλέον χριστιανός. Τότε οι Πέρσες στρατιώτες τον συνέλαβαν και τον
οδήγησαν στον άρχοντα Μαρζαβανά. Ο Αναστάσιος ομολόγησε με θάρρος τη
χριστιανική του πίστη και τότε ο τύραννος προσπάθησε να τον μεταπείσει
με δώρα και υποσχέσεις. Όμως ο Αναστάσιος έμεινε σταθερός και ακλόνητος
στο χριστιανικό του φρόνημα. Τότε δόθηκε η εντολή να του δέσουν τα πόδια
και τον λαιμό με σιδερένια αλυσίδα και τον υποχρέωσαν να ανεβάζει
τεράστιες πέτρες στο φρούριο της Καισάρειας. Μάλιστα πολλοί Πέρσες
στρατιώτες τον κατηγορούσαν ότι εγκατέλειψε την παλιά του πίστη και
έγινε χριστιανός, οι δε κατηγορίες αυτές συνοδεύονταν με βιαιότητες
εναντίον του. Ο Αναστάσιος οδηγήθηκε και πάλι στον άρχοντα Μαρζαβανά, ο
οποίος προσπάθησε να τον πείσει να επιστρέψει στη μαγική του τέχνη. Όμως
ο Αναστάσιος ομολόγησε και πάλι την πίστη του στον Χριστό παρά τους
εκφοβισμούς που δέχθηκε. Ακολούθησε ξυλοδαρμός του μάρτυρος, ο οποίος
κατά την παραμονή του στη φυλακή προσευχόταν αδιάλειπτα και έψελνε
ύμνους στον Θεό περιστοιχιζόμενος από αγγέλους. Ο Μαρζαβανάς ενημέρωσε
τον βασιλιά Χοσρόη Β΄ για την εμμονή του Αναστασίου στον Χριστό και τότε
εκείνος διέταξε να τον αφήσουν ελεύθερο, αν αρνηθεί τη χριστιανική του
ιδιότητα με έναν μόνο λόγο. Αλλά και πάλι ο Αναστάσιος έμεινε
προσηλωμένος στην πίστη του, γι’ αυτό και ο τύραννος αποφάσισε να τον
στείλει στην Περσία για να δικαστεί από τον βασιλιά. Προτού φύγει,
συμμετείχε στην εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, γεγονός που
ενίσχυσε τον πόθο του για το μαρτύριο, ενώ τόνωσε και το θρησκευτικό
συναίσθημα των χριστιανών. Στην πορεία του προς την Περσία ο λαός
εκδήλωσε τον σεβασμό και την τιμή του στο πρόσωπό του, ενώ μαζί του ήταν
και ένας αδελφός της μονής του αββά Ιουστίνου για να του συμπαρίσταται
στον αγώνα του.
Φτάνοντας
ο Αναστάσιος στην Περσία, ο βασιλιάς έστειλε έναν άρχοντα για να τον
ανακρίνει. Ο ένδοξος μάρτυς ομολόγησε με γενναιότητα την πίστη του στον
ένα και αληθινό Θεό και καταδίκασε την πλάνη, στην οποία βρίσκονται οι
Πέρσες. Η τολμηρή ομολογία πίστεως προκάλεσε την οργή του άρχοντα, ο
οποίος προσπάθησε να τον μεταπείσει. Ο Αναστάσιος οδηγήθηκε στη φυλακή
και την επόμενη ημέρα παρά τους εκφοβισμούς και τις απειλές έμεινε και
πάλι ακλόνητος στην πίστη του. Μία σειρά από φρικτά βασανιστήρια
ακολούθησαν για να κάμψουν το αγωνιστικό φρόνημα του Αναστασίου, αλλά
εκείνος τα δεχόταν όλα με υπομονή και καρτερικότητα. Τότε ο βασιλιάς
Χοσρόης έδωσε τη διαταγή να τον θανατώσουν μαζί με τους άλλους
χριστιανούς, που βρίσκονταν μαζί του στη φυλακή. Περίπου εβδομήντα
χριστιανοί αιχμάλωτοι θανατώθηκαν δι’ απαγχονισμού σε ένα ποτάμι. Την
ίδια τύχη είχε και ο ένδοξος μάρτυς Αναστάσιος, του οποίου το μαρτυρικό
τέλος επισφραγίσθηκε με τον αποκεφαλισμό του. Το γεγονός αυτό έλαβε χώρα
στις 22 Ιανουαρίου του 627 ή 628 μ.Χ., ημέρα εορτασμού της πάντιμης
μνήμης του. Το σώμα του ενταφιάσθηκε με τιμές στο μοναστήρι του Αγίου
Σεργίου και δέκα χρόνια αργότερα πραγματοποιήθηκε η ανακομιδή των ιερών
λειψάνων του, η οποία εορτάζεται στις 24 Ιανουαρίου. Η τιμία κάρα του
Αγίου φυλάσσεται στη Ρώμη στο Αββαείο των Αγίων Βενεδίκτου και
Αναστασίου, το δε υπόλοιπο ιερό λείψανο βρίσκεται τεθησαυρισμένο στον
ναό του Αγίου Φραγκίσκου της Αμπέλου στη Βενετία.
Προς
τιμήν του Αγίου έχουν εκδοθεί δύο ασματικές ακολουθίες, η μία στην
Καλαμάτα το 1865 και η άλλη στην Πάτρα το 1876, ενώ οι αθλητικοί αγώνες
και το μαρτύριο του υμνούνται και μέσα από την ακολουθία, την οποία
εποίησε ο Μέγας Υμνογράφος Γεράσιμος μοναχός ο Μικραγιαννανίτης. Αρκετά
διαδεδομένη είναι και η τιμή του Αγίου στην πατρίδα μας, αφού ναοί επ’
ονόματί του έχουν καταγραφεί στο Βασιλικό Ευβοίας, το Δρέπανο Αχαΐας,
τις Βρύσες Κυπαρισσίας, τους Λάκωνες Κερκύρας, την Τήνο, τη Μύκονο και
τη Σκόπελο. Αξιομνημόνευτος είναι και ο κατασταφείς από τους σεισμούς
του 1953 ιστορικός ναός του Αγίου στην πόλη της Ζακύνθου, ενώ ο άγιος
τιμάται σήμερα και στον θεμελιωθέντα το 1933 περικαλλή καθεδρικό ιερό
ναό του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στο Λουτράκι Κορινθίας, όπου υπάρχει
κλίτος με εγκαινιασμένη Αγία Τράπεζα επ’ ονόματί του. Πλούσια είναι και η
εικονογράφηση του Αγίου Αναστασίου με αξιόλογες τις φορητές εικόνες,
που φυλάσσονται στους ιερούς ναούς Αγίου Ανδρέου (Παλαιός) πολιούχου
Πατρών, Κοιμήσεως Θεοτόκου Ηλιουπόλεως Αθηνών και Κοιμήσεως Θεοτόκου
Βαθέος Ιθάκης.
Η
ολόθερμη ευχή όλων μας είναι ο Άγιος ένδοξος οσιομάρτυς Αναστάσιος ο
Πέρσης να πρεσβεύει αδιάλεπτα στον Πανοικτίρμονα Θεό για την ενίσχυση
της χριστιανικής μας πίστεως και την κατά Χριστόν πνευματική πορεία και
προκοπή στη σημερινή εγωκεντρική και τεχνοκρατική εποχή μας.
Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός
Βιβλιογραφία
- Μαρτίνη Παναγιώτη Σ., Δρ. Θ., Ο Άγιος Αναστάσιος ο Πέρσης - Βίος και Μαρτύριο, Εκδόσεις «ΤΑΩΣ», Πάτραι