Κάθε
αρχή κρύβει δυσκολίες, ιδιαίτερα όταν κανείς πρωτοεμφανίζεται σ’ ένα
καινούριο χώρο, έχοντας από το χαρακτήρα του ήδη μια φυσική συστολή.
Έτσι συνέβη και με την είσοδό μου στο Πανεπιστήμιο. Ο πρώτο χρόνος ήταν
χρόνος προσαρμογής, με δειλές-δειλές προσπάθειες προσέγγισης.
Την
Ειρήνη τη γνώρισα στο τέλους του πρώτου έτους. Θα το χαρακτήριζα τυχαίο
γεγονός, αλλά αργότερα η ίδια μου αποκάλυψε ότι η ιδεολογική
ενδυματολογική μου εμμονή στη φούστα την έκανε να επιδιώξει να με
προσεγγίσει...
Η
απεραντοσύνη της Αθήνας ήταν και για τις δυό μας ένας καινούριος
κόσμος, ένα εναργές πεδίο που ξανοιγόταν στα πόδια μας προς εξερεύνηση.
Στα πρώτα έτη μοιραζόμαστε τις αγωνίες, τους φόβους και τις λαχτάρες μας
για το μέγεθος της ύλης που δεν προλαβαίναμε, για την κατάληψη που
πάντα καραδοκούσε, για το πότε θα λήξει επιτέλους η αειθαλής εξεταστική
μας. Και οπωσδήποτε τα έξι χρόνια της Ιατρικής μας έφεραν αντιμέτωπες με
εμπειρίες πρωτόγνωρες. Θυμάμαι τις αμέτρητες βόλτες γύρω από τον
Ιπποκράτη, στο προαύλιο της Σχολής μας, τα ξενύχτια πάνω από τα ογκώδη
συγγράμματα τις παραμονές των εξετάσεων, όπου κάποια στιγμή τις πρώτες
πρωινές ώρες χτυπούσε το κινητό: «Ακόμα να κοιμηθείς; Εγώ πάω για ύπνο
τώρα! Καλή μας φώτιση αύριο»!
Αλλά
και στα μεγαλύτερα έτη, που οι μετακινήσεις από κλινική σε κλινική και
από νοσοκομείο σε νοσοκομείο μας έφεραν βόλτα σε κάθε γωνιά στον κλεινόν
άστυ, ήταν μια δροσερή αύρα ανακούφισης για μένα το ότι η αλφαβητική
ευνοούσε να είμαστε σχεδόν πάντα στην ίδια ομάδα.
Η
Ειρήνη ήταν πάντα καλύτερη από μένα. Διάβαζε περισσότερο, δεν έλειπε
ποτέ από παράδοση, ο βαθμός της ήταν σταθερά ο μεγαλύτερος στην
κατάσταση βαθμολογίας. Με συγκινούσε που η θέση στο διπλανό της έδρανο
ήταν κρατημένη για μένα, αν είχε τύχει να αργήσω. Και μου άρεσε που οι
συμφοιτητές μας ήθελαν τις συμβουλές μας ως προς το τι να κάνουν
επανάληψη από τους τεράστιους τόμους της ύλης, τη γνώμη και τις
σημειώσεις μας.
Αυτή
μας τη συνοδοιπορία με νοσταλγία την αναπολώ. Δεν τη σκίασε ποτέ πικρός
λόγος και ούτε υποψία ανέμου δεν απείλησε την απαλή φλόγα της αγάπης
ανάμεσά μας.
Κι
έτσι με τη βοήθεια του Θεού, πάνω από όλα, φτάσαμε στο εαρινό εξάμηνο
του έκτου έτους. Στο προτελευταίο μάθημα, τη Γυναικολογία, δώσαμε
εξετάσεις την Παρασκευή πριν τις διακοπές του Πάσχα. Συν Θεώ, φύγαμε για
τις πατρίδες μας με μόνο ένα μάθημα για πτυχίο στις αποσκευές μας, τη
Χειρουργική. Μετά το Πάσχα θα είχαμε το υπόλοιπο τρίμηνο άσκησης στη
Χειρουργική, τις εξετάσεις και μετά… πτυχίο; Δε μπορούσαμε να το
συνειδητοποιήσουμε! Ήμαστε στην αρχή του τέλους!
Αλλά,
το σχέδιο του Θεού όταν παρεκκλίνει, έστω και ανεπαίσθητα από τις
προσδοκίες μας, εμείς οι άνθρωποι το χαρακτηρίζουμε απρόοπτο. Τη
Διακαινήσιμο εβδομάδα σε προγραμματισμένο έλεγχο, διαπιστώθηκε ότι ο
πατέρας της Ειρήνης παρουσίασε υποτροπή, είχε καρκίνο. Πριν δυό χρόνια,
οι εξετάσεις μετά την εγχείρηση, επιβεβαίωναν την πλήρη ίαση της νόσους.
Αυτή τη φορά, όταν η νόσος έκανε την εμφάνισή της ήταν ήδη εκτεταμένη,
αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια ιατρικής παρέμβασης, μόνο παρηγορητικά.
Μετά
τις διακοπές του Πάσχα, η Ειρήνη καθημερινά βρισκόταν στο νοσοκομείο,
άγγελος παρηγοριάς δίπλα στις τελευταίες στιγμές του πατέρα και στη
βουβή λύπη της μάνας της. Στις ελάχιστες διακριτικές παραινέσεις μου
μήπως να κοιμηθεί κάποιο βράδυ σε οριζόντια στάση και σε κρεβάτι, η
απάντησή της ήταν στερεότυπα η ίδια: «Να αφήσω το μπαμπά χωρίς κανένα να
τον ενισχύει, να τον φροντίζει και να τον αγαπά; Και η μαμά πότε θα
ξεκουραστεί;» Ανησυχούσα για το πόσο μπορούσε να αντέξει έτσι…
Ο
πατέρας της Ειρήνης έφυγε δυό μήνες μετά. Ο Κύριος τον κάλεσε κοντά
Του. Πόνος για την οικογένεια, αλλά και ανακούφιση να ξέρουν ότι η ψυχή
του πήγε ετοιμασμένη στον ουρανό.
Η
μέρα της κηδείας ήταν δυό μέρες πριν την ημερομηνία εξετάσεων. Δευτέρα η
κηδεία, Τετάρτη οι εξετάσεις. Και ήταν οι εξετάσεις του τελευταίου
μαθήματος. Όποιος αποτύγχανε έχανε την ορκωμοσία και το να χάσεις μια
ορκωμοσία Ιατρικής και να πας στην επόμενη σήμαινε πολλούς μήνες
μεγαλύτερη αναμονή για την ειδικότητα.
Όταν
επικοινώνησα με την Ειρήνη, εκείνη ήταν κάθετη: «Δε μπορώ να έρθω στις
εξετάσεις. Δεν έχω βγάλει την ύλη». Ήταν αρχή μας να διαβάζουμε κατά
δύναμη την ύλη ολόκληρη και η συνείδησή της δεν της επέτρεπε να το
παραβεί ούτε τώρα. Στα μάτια της φαινόταν σαν μια αντίφαση, σαν μια
έλλειψη εντιμότητας απέναντι στους μελλοντικούς ασθενείς της, που δεν
ήταν αντάξια της εμπιστοσύνης που θα επιδείκνυαν στο πρόσωπο του
γιατρού.
Οι
εξετάσεις θα ήταν προφορικές, όπως αποφάσισε ο καινούριος καθηγητής που
κατέφθασε Μάιο μήνα(!). Αυτές οι τελευταίες εξελίξεις εξανέμισαν τις
κρυφές μου ελπίδες ότι μπορεί ο καθηγητής να εκτιμούσε τη σταθερή
παρουσία της στους θαλάμους και τη συνέπεια όσον αφορά τα καθήκοντά της
στις εφημερίες και προς τους ασθενείς, που οπωσδήποτε θα είχε
επισημάνει.
Όμως, αυτή τη φορά επέμεινα -ήταν
αδήριτη ανάγκη-: «Ειρήνη, έλα να δώσεις εξετάσεις, σε παρακαλώ! Ο Θεός
θα βάλει το χέρι Του. Εκείνος γνωρίζει ότι δεν είχες την ευχέρεια να
διαβάσεις αυτούς τους μήνες…».
Δεν
ξέρω αν κι εγώ η ίδια πίστευα αυτά που της έλεγα. Να περάσει κανείς
πτυχιακές εξετάσεις Χειρουργικής με μιάμιση μέρα διάβασμα; Εμείς οι
υπόλοιποι παλεύαμε μήνες διαβάζοντας.
Και
τότε έφερα στο νου μου την εκδρομή που είχαμε πάει το Μάρτη με τη
Χριστιανική Φοιτητική Δράση στην Ι. Μονή Σαγματά. Εκεί είχαμε
προσκυνήσει τον άγιο Λουκά Κριμαίας, που ήταν χειρουργός. Και θυμάμαι με
πόση θέρμη τον είχαμε παρακαλέσει να τελειώσουμε τη σχολή, πρώτα ο
Θεός, τον Ιούνιο με επιτυχία στο τελευταίο μας μάθημα, που θα ήταν το
δικό του μάθημα. Μήπως γι’ αυτό είχα βάλει μια δική του εικονίτσα
σελιδοδείκτη στους τόμους της Χειρουργικής, όταν ξεκίνησα να τους
διαβάζω;
Οι
εξετάσεις ήταν στις 18 Ιουνίου. Αυτό ήταν το τελευταίο μου όπλο:
«Ειρήνη, ο άγιος Λουκάς γιόρταζε στις 11 Ιουνίου. Μια εβδομάδα μετά, δε
μπορεί, θα το κάνει το θαύμα του»!
Στο
τέλος, η Ειρήνη πείστηκε με βαριά καρδιά όμως. Θυμάμαι την ανησυχία στο
βλέμμα της, όταν έμπαινε στο γραφείο του καθηγητή για την εξέταση.
Αυτό
όμως που δε θα ξεχάσω ποτέ είναι ό,τι μου είπε βγαίνοντας: «Δε θα το
πιστέψεις. Οι ερωτήσεις που μου έκανε ήταν πολλές και όχι εύκολες. Αλλά,
ήταν όλες γύρω από τον καρκίνο του μπαμπά, με τον οποίο είχα
παρά-ασχοληθεί τελευταία! Πήρα 9! Ο άγιος Λουκάς έκανε το θαύμα του»!…
Με την Ειρήνη ορκιστήκαμε μαζί και ήταν μια ακόμα από τις πλούσια επιδαψιλευμένες ευλογίες του Θεού στην ακαδημαϊκή μας ζωή.
Και ήταν ακόμη μεγαλύτερη η χαρά μου, γιατί στο δικό μας κλιμάκιο ήταν εκείνη που διάβασε τον όρκο…
Δωροθέα
Απόσπασμα από το Περιοδικό “Η Δράση μας”,
τεύχος Ιουνίου-Ιουλίου 2009
πηγή agiosharalabos.