Γράφει ὁ Νίκος Χειλαδάκης, Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος
Ἡ Mackali Ἑλένη
εἶναι ἡ ἱστορία μίας
Ἑλληνοπόντιας, τῆς Ἑλένης, ποὺ στὴν ἀνταλλαγὴ τῶν πληθυσμῶν δὲν ἔφυγε
μαζὶ μὲ τοὺς δικούς της στὴν Ἑλλάδα ἀλλὰ ἔμεινε στὴν Τουρκία καὶ μετὰ
ἀπὸ πολλὰ
χρόνια κάποιοι… Τοῦρκοι τὴν φέρνουν στὸ φῶς τῆς δημοσιότητας γιὰ νὰ
γίνει
κινηματογραφικὴ ταινία ποὺ θὰ δείχνει καὶ τὸ μεγάλο δράμα χιλιάδων
Ρωμιῶν κατὰ
τὴν διάρκεια τῆς ἀνταλλαγῆς τῶν πληθυσμῶν τὸ 1922-23. Ἡ προβολὴ αὐτῆς
τῆς καταπληκτικῆς ἱστορίας εἶναι καὶ ἄλλο ἕνα δεῖγμα του πὼς
κάποιες τύψεις ἀπὸ τὸ μεγάλο ἐκεῖνο δράμα τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου
κατατρέχουν σήμερα πολλοὺς «Τούρκους», σὲ σημεῖο
ὄχι μόνον νὰ τὴν δημοσιοποιήσουν, (ἐφημερίδα Aksam, 25/5/2013), ἀλλὰ καὶ
νὰ
τολμοῦν νὰ τὴν κάνουν κινηματογραφικὴ ταινία ποὺ σίγουρα θὰ ἀποκαλύπτει
πολλὲς
πτυχὲς αὐτοῦ του δράματος. Νὰ μὴν ξεχνᾶμε πὼς πρὶν ἀπὸ δύο χρόνια εἶχε
προβληθεῖ ἡ τουρκικὴ ταινία, «Yuregine Sor», ποὺ ἀποκάλυπτε τὸ μεγάλο
δράμα τῶν
κρυπτοχριστιανῶν τοῦ Πόντου καὶ ἡ ὁποία δυστυχῶς στὴ συνέχεια
«ἐξαφανίστηκε»
στὴν Τουρκία.
Ἡ ἱστορία λοιπὸν αὐτῆς τῆς Ἑλένης ἔχει ὡς ἑξῆς : Τὸ 1920 ζοῦσε σὲ ἕνα χωριὸ
ἔξω ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα ὁ μεταλλουργὸς
Χαράλαμπος Χρυσοστομιδης μὲ τὸ παρατσούκλι, Lampo Usta, (δηλαδὴ Μάστορα Λάμπη),
μὲ τὴν γυναίκα τοῦ Ἀναστασία καὶ τὴν μικρή τους κόρη τὴν Ἑλένη. Ἡ ζωὴ τοὺς
κυλοῦσε ἤρεμα καὶ ὁ μάστορας κέρδιζε ἀρκετὰ γιὰ νὰ....
ζεῖ ἡ οἰκογένεια τοῦ χωρὶς
στερήσεις. Ὅλα αὐτὰ ὅμως ἄλλαξαν μὲ βίαιο τρόπο
τὸ 1923, (ἐδῶ βέβαια οἱ Τοῦρκοι δὲν κάνουν καμία ἀναφορὰ γιὰ τὴν φρικτὴ
γενοκτονία τῶν Ποντίων ποὺ τότε ἔχει ἀποκορυφωθεῖ), καθὼς εἶχε ἔρθει ἡ ὥρα τῆς
ἀναγκαστικῆς προσφυγιᾶς. Τὸ ζευγάρι μὲ τὴν 13 χρονῶν κόρη τοὺς Ἑλένη πῆραν ὅτι
μποροῦσαν μαζί τους καὶ κατευθύνθηκαν μαζὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους Ἑλληνοπόντιους
πρὸς τὴν Τραπεζούντα γιὰ νὰ ἀποβιβαστοῦν στὸ πλοῖο ποὺ θὰ τοὺς ἔφερνε στὴν
Ἑλλάδα. Στὸ δρόμο ὅμως τοὺς σταμάτησε ἕνα ἔνοπλο τμῆμα. Οἱ Τσέτες συγκέντρωσαν
κάποια κορίτσια ποὺ διακρίνονταν γιὰ τὴν ὀμορφιά τους καὶ τὰ ἀπήγαγαν. Ὁ
καημένος ὁ Χαράλαμπος χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ κάνει κάτι ἔστειλε τὴν σύζυγό του πρὸς τὸ λιμάνι τῆς
Τραπεζούντιας ἐνῶ ἐκεῖνος ἔμεινε πίσω γιὰ νὰ ψάξει γιὰ τὴν κόρη του. Πέρασαν
τέσσερις μῆνες ὅμως χωρὶς κανένα ἀποτέλεσμα καὶ ἡ Ἑλένη δὲν εἶχε βρεθεῖ.
Ἐντωμεταξὺ ἡ γυναίκα του ἡ Ἀναστασία
ἔφυγε μὲ τὸ πλοῖο τῆς προσφυγιᾶς καὶ ἔφτασε στὴν Καβάλα. Στὸν Πόντο ὁ
Χαραλάμπης συνέχιζε νὰ ψάχνει παντοῦ γιὰ τὴν κόρη του. Στὸ χωριὸ τοῦ ὅπου
ξαναπῆγε τοῦ εἶπαν πὼς δὲν ἔμεινε κανένας Ἕλληνας καθὼς ὅλοι εἶχαν φύγει καὶ
μάλιστα τὸν προειδοποίησαν ὅτι τὸ ἂν παραμείνει ἐκεῖ ὑπῆρχε μεγάλος κίνδυνος
γιὰ τὴν ζωή του. Τότε ἦρθαν κάποιοι καὶ τοῦ εἶπαν πὼς ἡ Ἑλένη σκοτώθηκε ἀπὸ
τοὺς ἄτακτους καὶ ὅτι εἶχαν δεῖ τὸ πτῶμα τῆς μαζὶ μὲ ἄλλα πτώματα σὲ κάποιο
ρέμα κοντὰ στὴν Τραπεζούντα. Ὁ καημένος ὁ Χαραλάμπης χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ
συγκρατήσει τὰ δάκρυα τοῦ ἀποφάσισε τελικὰ νὰ φύγει ἀπὸ τὸν Πόντο. Μετὰ ἀπὸ
περιπλανήσεις τριῶν μηνῶν ἔφτασε στὸ Καντηκιοΐ της Κωνσταντινούπολης.
Ἐκεῖ ἀπελπισμένος, χωρὶς τὴν γυναίκα του ποὺ εἶχε φτάσει στὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν κόρη τοῦ χαμένη, ὁ Χαράλαμπος
γνωρίζεται μὲ ἕνα ἐπιφανῆ Τοῦρκο, τὸν Sureyya Pasa, ὁ ὅποιος τὸν ἐκτίμησε καὶ
θαύμασε τὴν ἐπιδεξιότητά του στὴν τέχνη
του. Ὁ Τοῦρκος τότε τοῦ ἄνοιξε ἕνα μαγαζὶ στὸ Καντηκιοΐ καὶ ὁ Χαράλαμπος μὲ τὴν
μεγάλη του ἐργατικότητα ἀπέκτησε πολλοὺς
πελάτες καὶ ἄρχισε νὰ βγάζει πολλὰ χρήματα. Ὁ Λάμπης τότε ἐγκατέλειψε τὴν ἰδέα
νὰ φύγει στὴν Ἑλλάδα καὶ ἀφοῦ γνωρίστηκε μία κοντοχωριανή του, τὴν Antusa, ποὺ
εἶχε μείνει καὶ αὐτὴ στὴν Πόλη τὴν
παντρεύεται καὶ κάνει μία κόρη τὴν Σοφία. Ἡ Σοφία ἀφοῦ μεγάλωσε παντρεύτηκε καὶ
ἔκανε ἕνα γιό. Ὁ γιὸς τῆς ἀγάπησε πολὺ τὸν παποὺ τοῦ τὸν Λάμπη ὁ ὅποιος συνεχῶς
τοῦ μιλοῦσε γιὰ τὴν χαμένη τοῦ θεία τὴν Ἑλένη γιατί ποτὲ δὲν πίστεψε ὅτι εἶχε
σκοτωθεῖ ἀλλὰ ὅτι ζοῦσε χαμένη κάπου
στὸν Πόντο. Ὁ γιὸς τῆς Σοφίας μεγάλωσε ἔγινε χρυσοχόος καὶ ἄνοιξε ἕνα μαγαζὶ
κοντὰ στὸ Καπαλὶ Τσαρσὶ ἀλλὰ συνεχῶς σκέφτονταν γιὰ τὴν Ἑλένη ποὺ εἶχε χαθεῖ.
Ἀπευθύνθηκε τότε σὲ ἕνα δικηγόρο καὶ τοῦ ἀνέθεσε νὰ ψάξει γιὰ τὴν χαμένη τοῦ θεία. Πρὶν
περάσει πολὺς καιρὸς τότε ἕνα τηλεφώνημα ἔκπληξη ἦρθε ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα.
Αὐτοὶ ποῦ τηλεφωνοῦσαν τὸν ρώτησαν ὅτι
«ἐσεῖς δὲν εἶστε ποῦ ψάχνεται γιὰ τὴν Ἐμινέ;», (δηλαδὴ τὴν Ἑλένη ). Ὁ γιὸς τῆς Σοφίας σάστισε καὶ τότε ἔμαθε ὅτι ἡ Ἑλένη εἶχε
βρεθεῖ ἀπὸ τὴν οἰκογένεια τοῦ Abdulkadir Sumer ποὺ τὴν εἶχαν υἱοθετήσει καὶ τὴν
ὀνόμασαν Ἐμινέ.
Παράλληλα ὅμως καθὼς ἔψαχνε γιὰ τὴν χαμένη κόρη τοῦ παπποῦ τοῦ ρωτοῦσε καὶ
γιὰ τὴν χαμένη τοῦ γιαγιὰ τὴν Ἀναστασία. Τότε μαθαίνει ὅτι ἡ Ἀναστασία ποὺ βρίσκονταν
στὴν Ἑλλάδα εἶχε παντρευτεῖ καὶ αὐτὴ καὶ εἶχε κάνει δύο παιδιά. Τὰ παιδιὰ τῆς
Ἀναστασίας ἤθελαν πολὺ νὰ ἔρθουν στὴν Τουρκία γιὰ νὰ ψάξουν γιὰ τὸν Χαραλάμπη
καὶ τὴν χαμένη κόρη τῆς Ἀναστασίας καὶ τελικὰ κατάφεραν νὰ ἔρθουν σὲ ἐπαφὴ μὲ
τὸ γιὸ τῆς Σοφίας. Ἐντωμεταξὺ ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα ὁ Sumer, δηλαδὴ ὁ θετὸς
πατέρας τῆς Ἑλένης, μόλις ἔμαθε γιὰ ὅλη αὐτὴ τὴν ἱστορία τῆς υἱοθετημένης τοῦ
κόρης ἦρθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ προσκάλεσε ὅλους τους συγγενεῖς της Ἐμινὲ
στὴν Τραπεζούντα. Ἐδῶ ἀντιλαμβάνεται
κανεὶς τὰ συναισθήματα ὅλων αὐτῶν καθὼς μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια τὰ παιδιὰ τῆς
Ἀναστασίας καὶ ὁ γιὸς τῆς Σοφίας συναντήθηκαν στὴν Τραπεζούντα καὶ βρῆκαν τὴν
χαμένη κόρη τοῦ Χαραλάμπη, τὴν Ἑλένη, ποὺ τώρα ἦταν ἡ Ἐμινέ. Ἀλλὰ τὸ πιὸ ἴσως ἐντυπωσιακὸ σὲ ὅλη αὐτὴ τὴν συγκλονιστικὴ
ἱστορία εἶναι ὅτι ὅλοι μαζὶ πῆγαν καὶ προσκύνησαν τὸ μοναστήρι τῆς Βαζελώνας
ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἱερὰ μέρη τοῦ ἑλληνορθόδοξου Πόντου.
Ἡ συγκλονιστικὴ αὐτὴ ἱστορία, (τὴν ὁποία ὅταν τὴν διαβάσει κανεὶς στὰ τουρκικὰ πραγματικὰ συγκινεῖται), δείχνει γιὰ ἄλλη μία φορὰ τὸ μεγάλο δράμα τῶν Ἑλληνορθόδοξων Ποντίων. Ἀλλὰ τὸ ἐντυπωσιακὸ εἶναι ὅτι ἀποφασίστηκε νὰ τὴν κάνουν ταινία μία ὁμάδα «Τούρκων» οἱ ὁποῖοι ὅταν τὴν ἔμαθαν εἶχαν συγκλονιστεῖ καθὼς εἶχαν γίνει καὶ μάρτυρες τῆς συνάντησης μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια ὅλων αὐτῶν τῶν χαμένων συγγενῶν ἀπὸ τὴν φρίκη ἑνὸς πολέμου καὶ μίας γενοκτονίας. Βέβαια τὸ ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ οἱ «Τοῦρκοι» ποὺ θὰ γυρίσουν τὴν ταινία δὲν μᾶς γίνεται γνωστό, ἴσως γιὰ εὐνόητους λόγους. Ὅμως καὶ μόνο ποὺ στὴν σημερινὴ Τουρκία ἕνα τέτοιο μεγάλο δράμα τῶν Ἑλληνοποντίων θὰ γίνει φίλμ, εἶναι ἄλλο ἕνα δεῖγμα καὶ σημεῖο τῶν καιρῶν καὶ φανερὴ ἔνδειξη ὅτι ἡ πανάρχαια φλόγα τῆς ἑλληνοορθοδοξίας δὲν ἔχει σβήσει ποτὲ σὲ αὐτὴ τὴν ἱστορικὴ μεριὰ τοῦ ἑλληνισμοῦ.