ΣΤ' ΑΡΜΑΤΑ, ΑΔΕΡΦΙΑ!...
Ήγαπημένοι
μου... Ήτανε φαίνεται από το Θεό γραμμένο ν' αδράξωμε τ' άρματα μία
ήμερα και να χυθούμε καταπάνου στους τυράννους μας, που τόσα χρόνια ανελεήμονα μας τυραγνεύουν. Τι τη θέλομε, βρέ αδέρφια, αυτή την πολυπικραμένη ζωή, να ζούμε απο κάτω ατή σκλαβιά και το σπαθί των Τούρκων να ακονιέται στα κεφάλια μας;
Δεν
τηράτε που τίποτα δε μας απόμεινε; Αι εκκλησίες μας γενήκανε τζαμιά και
αχούρια των Τούρκων κανένας δε μπορεί να πη, πώς τάχα έχει τίποτε εδικό
του, γιατί το ταχιά βρίσκεται φτωχός, σα διακονιάρης στη στράτα.
Οι φαμελιές μας και τα παιδιά μας, είναι ατά χέρια και στη διάκριση των
Τούρκων. Τίποτε, αδέρφια δε μας έμεινε. Δεν είναι πρέποντας να
σταυρώσωμε τά χέρια και να τηράμε τον ουρανό· ο Θεός μάς έδωσε χέρια,
γνώση και νου ας ρωτήσομε την καρδιά μας και ό,τι μας απαντυχαίνει, ας
το βάλωμε γλήγορα σε πράξη, και ας είμεθα, αδέρφια, βέβαιοι, πως ο Χριστός μας, ο πολυαγαπημένος, θα βάλη το χέρι απάνου μας...